Φωτογραφία: Urok Shirhan

Με αφορμή το γεγονός ότι και οι δύο γιαγιάδες μου ήταν αναλφάβητες, το “GR/AND M/OTHER TONGUES” αναδιφά στις ραδιοφωνικές πρακτικές της δεκαετίας του 1930 και του 1940 στο Ιράκ και την Παλαιστίνη υπό βρετανική κυριαρχία.

Μέσα από μια έρευνα τόσο ιστορική όσο και υποθετική, η οποία βασίζεται σε οικογενειακές ιστορίες και ανέκδοτα, θέλω να μελετήσω πιο προσεκτικά τι σημαίνει ότι η σχέση και των δύο γιαγιάδων μου με τη γλώσσα ήταν καθαρά ηχητική: προφορική και ακουστική. Με άλλα λόγια, επειδή ήταν αναλφάβητες, δεν είχαν καμία σχέση με τον γραπτό λόγο, προτάσσοντας τη γλώσσα (το όργανο του στόματος) ως το πρωταρχικό όργανο της γλώσσας (του συστήματος επικοινωνίας), παράλληλα με το αυτί.

Η ταλάντευση μεταξύ του προσωπικού/ανεκδοτολογικού και του υψηλού/μεγαλοπρεπούς× μεταξύ των μεμονωμένων, μη ενισχυμένων φωνών και των δυνατών φωνών της μάζας× μεταξύ της ενορχηστρωμένης φωνής της κρατικής εξουσίας και της ξεχασμένης κραυγής της αντίστασης× και όλων των ενδιάμεσων αποχρώσεων και ημιτόνων.

Η δική μου σχέση με τη γλώσσα και τη «μητέρα πατρίδα» είναι τουλάχιστον ασταθής. Έχοντας γεννηθεί στην εξορία των γονιών μου, δεν έχω πατήσει ποτέ το πόδι μου στο Ιράκ, τη λεγόμενη χώρα καταγωγής μου. Η «μητρική μου γλώσσα» είναι η αραβική, αλλά με τα χρόνια που μεγάλωσα στη Δύση έχω αρχίσει να χάνω την ευχέρειά μου. Μπορείς να χάσεις τη μητρική σου γλώσσα; Τι είδους άλλη γλώσσα (ή γλώσσες) αποκτάς αντ’ αυτής;

Στο συγκεκριμένο πρότζεκτ η έμφαση δίνεται στο ραδιόφωνο, το στόμα και τα αυτιά, αντί για τα μάτια. Τι συμβαίνει στην ομιλία μας όταν δίνουμε προτεραιότητα στην ακρόαση έναντι της όρασης; Πώς διαφέρει το να είμαστε συλλογικά και ηχητικά «συντονισμένοι/ες» ακούγοντας ραδιόφωνο –μαζί στον χώρο, στην πραγματική ζωή– από το να ακούμε «ζωντανά» από κοινού και σε πραγματικό χρόνο; Ποια είδη αλληλεγγύης είναι δυνατά μέσω απόστασης;

Στο πλαίσιο του πρότζεκτ θέλω να αναπτύξω ένα νέο σύνολο έργων που θα εξετάζουν το φαινόμενο της «μητρικής γλώσσας» και των «άλλων γλωσσών».

Διαβάστε περισσότερα