Λητώ Σκοπελίτη: Μικροσκοπικά δάση στην Αθήνα
Αντιμετωπίζοντας την κλιματική αλλαγή ένα δάσος τη φορά
Ανίχνευση μεθόδων επαναφοράς της άγριας βλάστησης στις πόλεις
Τα δάση είναι κόμβοι ποικιλομορφίας. Αυτή τη φορά, μέσω επιτόπιας παρατήρησης και έρευνας, η Λητώ Σκοπελίτη διερευνά τις ιδιότητες των δασικών οικοτόπων και τις μεθόδους που αναπαράγουν δασικούς μηχανισμούς σε αστικά περιβάλλοντα.
Τα δάση δεν είναι μόνο τα δέντρα που καλύπτουν μια περιοχή. Είναι πυκνές και πολυεπίπεδες κοινότητες, ένα δίκτυο θάμνων, βοτάνων, δέντρων, οργανικής ύλης, μυκήτων και πανίδας που ζουν μαζί σε μη ανταγωνιστικές σχέσεις. Διαφορετικά είδη τρέφουν το ένα το άλλο και ευδοκιμούν στην αλληλεξάρτησή τους. Τα άγρια δάση χρειάζονται χρόνο για να σχηματιστούν με φυσικό τρόπο, αλλά διάφορες μέθοδοι καταφέρνουν να αναδημιουργήσουν δασικούς οικοτόπους ακόμη και σε περιορισμένους χώρους και αστικές περιοχές. Η διχοτόμηση που διαχωρίζει το ανθρώπινο από το μη ανθρώπινο περιβάλλον αρχίζει να εκλείπει –μικροσκοπικά δάση εμφανίζονται πλέον σε πόλεις σε όλο τον κόσμο.
Το μικροσκοπικό δάσος ως μέθοδος βασίζεται στην έρευνα του βοτανολόγου Akira Miyawaki. Η μέθοδος αυτή χρησιμοποιεί τα αυτοφυή και ενδημικά δάση ως πρότυπα για να μάθει κανείς και να αναπαράγει τις φυσικά διαμορφωμένες σχέσεις μεταξύ των ειδών σε μέρη τόσο μικροσκοπικά όσο ένα γήπεδο τένις. Θεωρούνται δάση λόγω της μεγάλης ποικιλομορφίας και πυκνότητας της βλάστησης. Τα μικροσκοπικά δάση έχουν υιοθετηθεί σε διάφορες χώρες και εμφανίζονται σε μεγάλες πόλεις τόσο του παγκόσμιου νότου όσο και του παγκόσμιου βορρά. Παρόλο που είναι ικανά να αποθηκεύουν άνθρακα και να επηρεάζουν το μικροκλίμα μιας περιοχής, τα αστικά δάση δεν μπορούν να εκληφθούν ως μέτρο κλιματικής προσαρμοστικότητας. Αποτελούν χαμηλού κόστους και χαμηλής συντήρησης μέσα διευκόλυνσης, που αντέχουν τη βιοποικιλότητα, επανασυνδέουν τις περιοχές με τη φύση, βοηθούν στη σταθεροποίηση της υγρασίας και την αποθήκευση νερού και συμβάλλουν στην αστική δροσιά. Οι ικανότητές τους για επαναφορά της άγριας φύσης έγκεινται στη μετατροπή των ανθρώπινων μονοκαλλιεργειών σε χώρους αφθονίας, τόσο για την ανθρώπινη όσο και για τη μη ανθρώπινη ύπαρξη.
Στην παρούσα έρευνα, τα μικροσκοπικά δάση χρησιμοποιήθηκαν ως έννοια, αλλά όχι ως μοναδική μέθοδος έμπνευσης, για τη δημιουργία αστικών δασών. Μια επίσκεψη στο The Southern Lights, μια οργάνωση με έδρα ένα αγροδασοκομικό αγρόκτημα που φιλοξενεί ένα βρώσιμο δάσος (ή αλλιώς, ένα δάσος που παράγει τροφή), έδωσε ιδέες για διαφορετικούς τρόπους διευκόλυνσης της δημιουργίας και της ευημερίας ενός οικοσυστήματος. Τα βρώσιμα δάση συμβαδίζουν με τη μέθοδο Miyawaki αναφορικά με τη χρήση πολλαπλών επιπέδων, την πυκνότητα της φύτευσης και την επεξεργασία του εδάφους, αλλά απορρίπτουν τις έννοιες των «ιθαγενών ειδών» ως αυθαίρετη ανθρώπινη κατασκευή και φυτικό ρατσισμό. Σε ένα βρώσιμο δάσος που μπορεί αντίστοιχα να εφαρμοστεί σε αστικά περιβάλλοντα, οι άνθρωποι εργάζονται ως συντονιστές και μέρος του οικοσυστήματος, ενώ και η πλειοψηφία της φυτείας παρέχει ξηρούς καρπούς, φρούτα, σπόρους και οργανική ύλη. Αυτές οι γνώσεις ενέπνευσαν την υποστήριξη της μετατροπής μιας μικρής ιδιωτικής έκτασης στη Γλυφάδα σε ένα μικροσκοπικό βρώσιμο δάσος. Τα ρόδια και τα δεντρολίβανα που εκτέθηκαν στον χώρο του Οnassis AiR στο πλαίσιο του Open Day #2 θα μεταφυτευτούν ανάμεσα σε ήδη υπάρχοντες θάμνους, εσπεριδοειδή και πεύκα. Επιπλέον, αυτή η έρευνα χαρτογράφησε δημόσιες εκτάσεις στον Άγιο Δημήτριο, στους κοινωνικούς κήπους του οποίου πρόκειται να φυτευτούν σπόροι και δενδρύλλια, και προτείνει να ληφθούν υπόψη τα μικροσκοπικά δάση ως επαρκής χρήση της γης.