Ευθύμιος Μοσχόπουλος: FÁE | an ephemeral dining
Φωτογραφια: Ευθυμιος Μοσχοπουλος
Το “FÁE | an ephemeral dining” αντλεί έμπνευση από τη μαγειρική (culinary art), τις αγροτικές εργασίες, την ikebana (ιαπωνική τεχνική ανθοδετικής) και τη μελέτη για την ετοιμασία και προετοιμασία ενός δείπνου (tablescaping), προσκαλώντας όλα τα παραπάνω σε έναν κοινό τόπο συνομιλίας. Γεύσεις, αρώματα και αισθήσεις φέρνουν στο τραπέζι τις αναμνήσεις ενός παιδιού που μεγαλώνει σε ελληνικό νησί.
Το πρότζεκτ εξερευνά το δείπνο σαν μια κοινωνική πρακτική. Σαν ένα τοπίο πεπερασμένο και διαρκώς μεταβαλλόμενο. Μια φόρμα που επενδύει στην προσωρινή φύση της ανθρώπινης εμπειρίας.
Μνήμες από την παιδική μου ηλικία, όπως η συλλογή αλατιού στα βράχια του νησιού όπου μεγάλωσα, η συγκομιδή της ελιάς, η παραγωγή ντοματοπολτού, το φύτεμα λαχανικών και το πλέξιμο κρεμμυδιών γίνονται ένα πεδίο για εξερεύνηση εννοιών όπως ο τόπος, η συνάντηση, το ανήκειν, η προσωρινότητα, η κοινότητα, η/ο σύν-τροφος.
Μια πρόσκληση σε ένα αισθητηριακό ταξίδι. Το σώμα ως αρχείο μνήμης, εμπειριών και αισθήσεων. Μια in situ κατασκευή ενός δείπνου-γλυπτού από την αρχή μέχρι το τέλος του.
Σχεδιασμός σκηνικού: Τεό Τριανταφυλλίδης
Μουσική: Yakovlev
Ευθυμιος Μοσχοπουλος
Είναι έντονη στο μυαλό μου η εικόνα της μητέρας μου να κάθεται σε ένα καφάσι έξω από το σπίτι και παντού γύρω κι άλλα καφάσια με πολλές (πολλές) ντομάτες. Εγώ και οι αδερφές μου, εκεί δίπλα, καθαρίζαμε και κόβαμε ντομάτες, για να τις ετοιμάσουμε αργότερα για πελτέ. Θυμάμαι την έντονη μυρωδιά της ντομάτας εξαιτίας της ποσότητας, τόσο που να μου φέρνει αναγούλα. Και όλο τον Αύγουστο απλωμένα ταψιά πάνω σε τραπέζια με χυμό να περιμένουν τον καυτό ήλιο για να γίνουν ντοματοπελτές. Θυμάμαι σαν event το μάζεμα του αλατιού. Η μάνα μου, θείες, τα ξαδέρφια και τα αδέρφια μου παίρναμε πάνινες τσάντες και μαζεύαμε αλάτι στα βράχια της θάλασσας κοντά στο σπίτι. Τα βράχια, η μάνα μου τα έλεγε «δίκοπα μαχαίρια», γιατί έκοβαν εύκολα άμα δεν πρόσεχες. Εγώ έτρεχα από βράχο σε βράχο και συχνά κοβόμουν. Έσταζε το αλατόνερο από την πάνινη τσάντα και πήγαινε στην πληγή και μου έδινε μια ευχαρίστηση αυτό το τσούξιμο.
Πηγαίναμε όλη η οικογένεια να μαζέψουμε ελιές και πιο πολύ θυμάμαι να κάνουμε διάλειμμα και να τρώμε ψωμί με λάδι, ντομάτα και φέτα και, στο τέλος, σχεδόν πάντα η μάνα μου καθάριζε ένα μήλο και μας το μοίραζε, καρφωμένο στην άκρη του μαχαιριού. Τα εφηβικά μου καλοκαίρια θυμάμαι να πηγαίνω με ποδήλατο κάθε μεσημέρι για να ποτίσω και να ταΐσω τα ζώα. Δεν το έβλεπα όμως σαν αγγαρεία, μου έδινε χαρά η συντροφιά τους και δενόμουνα μαζί τους. Και πάντα, μου ήταν δύσκολο να καταλάβω πώς καταλήγουν στο τραπέζι μας μετά από τόση φροντίδα και αγάπη που τους δίναμε.
Όταν άρχισα να σκέφτομαι την ιδέα για το “FÁE”, φανταζόμουν ένα τραπέζι. Ένα τραπέζι που θα ’ταν τόπος συνάντησης, ένα μέσο για να μοιραστώ αναμνήσεις, σκέψεις και αναφορές για το φαγητό αλλά και το ίδιο το αντικείμενο. Ένα βουκολικό εξομολογητήριο που να συνοψίζει την τρυφερότητα της υπαίθρου και τη βία της, τη μοναχικότητα και την αγωνία για εύρεση ταυτότητας, την ανάγκη έκφρασης και διαμόρφωσης της σεξουαλικότητας. Φαντάστηκα, λοιπόν, να «προσφέρω» ένα δείπνο, έναν χώρο για να μοιραστώ ιστορίες σαν και αυτές, αλλά και να δημιουργήσω νέες.
Ευθυμιος Μοσχοπουλος
Έτσι, ξεκίνησα να ψάχνω τρόπους για να δημιουργήσω εκ νέου εικόνες που να μεταφέρουν εκείνη την αίσθηση, αλλά και για να τοποθετήσω τον εαυτό μου μέσα σε αυτές στο τώρα. Να φτιάξω ένα σύστημα που φωτίζει, ξεκλειδώνει αλλά και περιπλέκει τη σκέψη μου για τη σχέση μου με τη φύση. Να δημιουργήσω μια κατασκευή που παραθέτει τα παραπάνω σαν μια «στομαχική» παλινδρόμηση από το τώρα στο τότε, από την προσωπική εμπειρία στη συλλογική, από το σύγχρονο σώμα στο πρωτόγονο.
Από τις νεκρές φύσεις του Jacob van Walscapelle, τις ανατομικές εικόνες του Matthew Barney, τα ιερο-τελεστικά πλάνα του Σεργκέι Παρατζάνοφ και την ενστικτώδη θηλυκότητα της Carolee Schneeman, το “FÁE” άρχισε να αναδύεται στο κεφάλι μου και στη συνέχεια στο στούντιο, με τη μορφή κατακερματισμένων πράξεων-τελετουργιών που αποζητούν να επιβεβαιώσουν ότι τίποτα δεν έχει τελειώσει ακόμα. Με εργαλεία το σώμα, τη σεξουαλικότητα, το χιούμορ και την ωμότητα, αναζητώ τρόπους με τους οποίους το «ζώο» μπορεί σήμερα να κατοικήσει στο ανθρώπινο.
Ευθυμιος Μοσχοπουλος