Ο Άρης Μπινιάρης σε μία συζήτηση για τις «Βάκχες»

Επιχειρείτε να επαναφέρετε το μαγικό, τελετουργικό, διονυσιακό στοιχείο; Όπως έλεγε κι ο Νίτσε: «Πώς αλλάζει η έρημος της εξαντλημένης κουλτούρας μας όταν την αγγίζει η διονυσιακή μαγεία!»

Προσπαθούμε, υπό μία έννοια, να κάνουμε ό,τι ο Ευριπίδης, ο οποίος πρέπει να συνάντησε στη Μακεδονία τη διονυσιακή λατρεία στην πρωτόλεια μορφή της – όχι «εξημερωμένη», όπως στην Αθήνα. Γράφει, λοιπόν, τις «Βάκχες» ζητώντας από τους συμπολίτες του να θυμηθούν. Να επαναφέρουν αυτό τον παλιό μύθο, για να συνειδητοποιήσουν ποιοι είναι και τι έχουν χάσει. Αυτό ζητούν πάντα οι «Βάκχες» και γι’ αυτό δεν θα σταματήσουν ποτέ να παίζονται: τη συντήρηση του μύθου, της συλλογικής συνείδησης. Γιατί μόνο τότε υπάρχει προοπτική. Όπως λέει ο Κάδμος: «Αν ακούγατε, θα ευτυχούσατε». Οι Βάκχες είναι ο ιερός ύμνος που χρειάζεται να ακούγεται ξανά και ξανά για να ξορκίζει το κακό.

Ποιο είναι το «κακό» που εξορκίζουν οι Βάκχες;

Το πένθος. Η παραδοχή της ύβρης μας γίνεται ήδη από την πρώτη στιγμή, από εκείνο το «Θεός υβρίσθηκε από εμάς». Γιατί, σαν τον Πενθέα, έχουμε ξεχάσει τον Διόνυσο, τον θεό της χαράς, του σώματος, της γιορτής, της ελευθερίας και όσων λειτουργούν ζωογόνα εντός μας. Κι όμως, ο Διόνυσος πάντα θα υπάρχει. Η διονυσιακή δυναμική, η ζωογόνος και ζωοφόρος ορμή της φύσης των πραγμάτων θα διεκδικεί πάντα τον χώρο της. Το αν εμείς, ως κοινωνία, επιλέξουμε να συσχετιστούμε ή όχι μαζί της, θα κρίνει την τελική συνοχή ή τον σπαραγμό μας.

Κάτι θεραπεύεται, μόνο όταν φωτίζεται.

Άρης Μπινιάρης

Κινδυνεύουμε, σαν τον Πενθέα, να… κατασπαραχθούμε;

Κάτι θεραπεύεται, μόνο όταν φωτίζεται. Το ίδιο ισχύει και στην ψυχοθεραπεία, στην ψυχανάλυση. Αν δεν υπάρξει η αποδοχή και η επίγνωση του προβλήματος, εκείνο θα επανέρχεται διαρκώς, σαν τα επεισόδια της αρχαίας τραγωδίας, μέχρι να γίνει αμετάκλητο και να σε διαλύσει. Αυτή την προβληματική φωτίζουμε με τις «Βάκχες». Το κέντρο του βάρους δεν είναι η ίδια η ιστορία, αλλά το πώς στεκόμαστε εμείς απέναντι σε ό,τι φέρνει ο Διόνυσος.

Δανειστήκατε τα χαρακτηριστικά κάποιας συγκεκριμένης τελετουργίας ή επινοήσατε εξ ολοκλήρου μια δική σας τελετή;

Με τη δραματουργό Θεοδώρα Καπράλου, είδαμε τις διαφορετικές εκδοχές της διονυσιακής λατρείας, όπως καταγράφονται ιστορικά, και ανατρέξαμε σε λατρευτικές δοξασίες στη Μακεδονία, στα Αναστενάρια και στα έθιμα της Αποκριάς ως… τρισέγγονα της διονυσιακής λατρείας. Σταθήκαμε στην κατάληψη από το θείο. Ο πιστός αξιώνεται, μέσα από τη μεταμφίεση, τη μεταμόρφωση, τον χορό, το τραγούδι, τη μουσική και, ενίοτε, τη μέθη, να επιτρέψει στον θεό να μπει μέσα του. Αν αναζητήσουμε τον πυρήνα της πρώτης αυτής μορφής θεατρικής έκφρασης, θα δούμε εξίσου τον λάτρη του Διονύσου όσο και τον πιστό του βουντού να προσεύχονται, να χορεύουν, να μεθούν και να τραγουδούν έως ότου καταληφθούν από τον θεό. Κατ’ αναλογία, ο ηθοποιός χορεύει και τραγουδά έως ότου καταληφθεί από τον ρόλο…
Σε συνεργασία με τον σκηνογράφο και ενδυματολόγο Πάρι Μέξη, ανατρέξαμε στην αρχιτεκτονική και τη δομή διαφόρων ναών και λατρευτικών χώρων. Αποδομώντας τους, εντοπίσαμε κάποια βασικά σχήματα-σύμβολα, όπως τον κύκλο, «το μάτι του θεού», και διεκδικήσαμε το «άγιο» περιβάλλον της τελετής. Ντυμένοι με τα κομψά, καλά τους ρούχα, οι τελεστές των αρχαίων ιερουργιών σφάζουν τις κατσίκες και τα κριάρια. Το λευκό γεμίζει από τις αιμάτινες πιτσιλιές που σκορπά το σφάγιο. Γιατί ο Πενθέας αντιμετωπίζεται στην παράστασή μας ως ένα ιερό σφάγιο.

Στο όνομα ποιας θυσίας;

Στο όνομα της ελευθερίας του ανθρώπου.

Συνέντευξη-επιμέλεια: Ιλειάνα Δημάδη, Υπεύθυνη Δραματουργίας στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση.