Alyssa Moxley: Η φαντασιακή τροχιά
Φωτογραφία: Alyssa Moxley
Το έργο «Η φαντασιακή τροχιά» εξετάζει πώς μπορούν να βιωθούν οι προσωπικές μυθολογίες, οι κοινές λαογραφίες και οι διαγενεαλογικές αντιλήψεις για τον τόπο μέσω της ακρόασης και των έργων σύνθεσης.
Η συγκεκριμένη έρευνα αποτελεί ένα συνεργατικό εγχείρημα που αναπτύσσεται σε διάλογο με την Ευδοκία Νούλα, μια καλλιτέχνιδα και ανθρωπολόγο με έδρα την Αθήνα, και καταγράφει προφορικές ιστορίες των νεράιδων, των γυναικείων πνεύματων της φύσης, οι οποίες μένουν ακόμα ζωντανές στη μνήμη των μεγαλύτερων γενεών στα χωριά γύρω από τον ποταμό Εύηνο. Αυτές οι προσωπικές προφορικές ιστορίες, τις οποίες άλλοι απέρριψαν ως απλές δεισιδαιμονίες και άλλοι θεώρησαν τεκμήρια ενός διαγενεαλογικού τραύματος, δεν έχουν καταγραφεί ποτέ στο παρελθόν. Λέγεται πως οι νεράιδες έφυγαν όταν ήρθε ο ηλεκτρισμός και η τηλεόραση, καθώς ο κοινωνικός τους ρόλος αντικαταστάθηκε από τα σύμβολα της μαζικής κουλτούρας. Σε συνεργασία με τις τοπικές κοινότητες σε αυτά τα χωριά, θα δημιουργήσουμε ένα συλλογικό αρχείο αυτών των ιστοριών και του τοπικού ηχητικού οικοσυστήματος.
Πώς μπορούμε να αφουγκραστούμε ιστορίες για τη σχέση ανάμεσα στο φυσικό περιβάλλον και στον ανθρώπινο κόσμο, μιας σχέσης που αναπόφευκτα επηρεάζεται και περιπλέκεται από την προσωπική εμπειρία, την καταγωγή και την Ιστορία; Πώς μπορούν η μετακίνηση σε αστικά και αγροτικά περιβάλλοντα, η διαμεσολαβημένη επικοινωνία, η μετανάστευση και οι νέες τεχνολογίες να μεταμορφώσουν τις κοινές αντιλήψεις και ιστορίες μας για τη φύση; Πώς σχετίζονται με τις σύγχρονες κοινότητες κατανόησης οι εθιμοτυπικοί τρόποι κατανόησης των σχέσεων εξουσίας ανάμεσα στη φύση και στις ανθρώπινες κοινότητες; Πώς μπορεί ο ήχος να λειτουργήσει ως ένα είδος αφής, επαφής, κοινωνίας και επικοινωνίας μέσα σε όλο και μεγαλύτερες ακτίνες δράσης, ανάμεσα στο αστικό και το αγροτικό πλαίσιο, γεφυρώνοντας τις σύγχρονες με τις ιστορικές εννοιολογήσεις της φύσης;
Η διερεύνηση αυτών των ερωτημάτων θα γίνει μέσα από πειράματα στη σύνθεση, στην ακρόαση και στην ενορχήστρωση, τα οποία θα αλληλεπιδράσουν με την τοποθεσία, τη σύνδεση με την κοινότητα και το χρονοδιάγραμμα των εργασιών. Η ιστορική έρευνα θα συμπεριλάβει τη δουλειά του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου για τα πνεύματα της φύσης, την έρευνα για τις οικιστικές μελέτες του Δοξιάδη στην Αθήνα και τις τεχνικές σύνθεσης που βρίσκονται στα αρχεία του Κέντρου Σύγχρονης Μουσικής Έρευνας (ΚΣΥΜΕ).
Stéphane Charpentier
Το Καρέλι και το συρμάτινο γεφύρι του Εύηνου.
Με τη «Φαντασιακή τροχιά», ερευνώ πώς αναπαριστούμε προσωπικές μυθολογίες και διαδεδομένες λαϊκές δοξασίες εντός συστημάτων σύνθεσης. Αντλώντας από διάφορα αναγνώσματα, όπως οι ιδέες του Ξενάκη για τις χωρικές συνθέσεις και τα στοχαστικά μοτίβα που είχε εμπνευστεί από τη φύση, καθώς και η ανάλυση του αρχιτέκτονα Δοξιάδη για τους ανθρώπινους οικισμούς μέσα από την έννοια της οικιστικής, ήθελα να διερευνήσω πώς οι συστηματικές αντιλήψεις του χώρου και της φύσης μπορούν να εκφράσουν και ταυτόχρονα να έρθουν σε αντίθεση με την ενσώματη εμπειρία του τόπου.
Αυτή η έρευνα προέκυψε από ένα συνεργατικό πρότζεκτ που ξεκίνησε το 2022, μέσα από συζητήσεις με την καλλιτέχνιδα και ερευνήτρια Ευδοκία Νούλα, και συνεχίζεται ακόμα. Η Ευδοκία μού είπε ιστορίες για τις «νεράιδες», τα θηλυκά πνεύματα του δάσους, που είχε ακούσει από τους παππούδες της, οι οποίοι κατάγονταν από μικρά χωριά γύρω από τον ποταμό Εύηνο. Με ρώτησε αν θα με ενδιέφερε να κάνω ηχογραφήσεις σε εκείνα τα μέρη, να εξερευνήσω τους ηχητικούς τους κόσμους και να δημιουργήσω ένα αρχείο που στη συνέχεια θα μπορούσαμε να μοιραστούμε με τους ντόπιους. Καθώς η συνεργασία συνεχίστηκε, το πρότζεκτ εξελίχθηκε.
Τον Οκτώβριο του 2023, χάρη στην επιχορήγηση Step Beyond από το Ινστιτούτο Γκαίτε, μπόρεσα να έρθω στην Ελλάδα και να ξεκινήσω την έρευνα. Στη διάρκεια του ταξιδιού μου, επισκέφθηκα το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο για να αναζητήσω αντικείμενα σχετικά με τις νεράιδες και άλλα μυθικά πλάσματα. Στο ΕΜΣΤ, πέρασα χρόνο στη μεγάλη αρχειακή έκθεση για τον Ξενάκη, ανακαλύπτοντας μερικούς χάρτες του για τα «Πολύτοπα», καθώς και χειρόγραφες σημειώσεις από τις μελέτες για πουλιά που είχε κάνει με τον Messaien. Επισκέφθηκα επίσης το αρχείο του Κωνσταντίνου Δοξιάδη και διάβασα αναλύσεις του για το πώς ο άνθρωπος εγκαθίσταται σε απάτητους τόπους και πώς η ζωή εκεί οργανώνεται με τρόπους που ευνοούν την επαφή, την προστασία και την ενέργεια. Η ιδέα ότι ιστορικά οι νεράιδες, ως πλάσματα της ψυχής, είναι μέρος της σχέσης των ανθρώπων με τη γη, την ανάπτυξη και τη μετακίνηση, μου κίνησε την περιέργεια να διερευνήσω πώς μυθολογικές έννοιες και θεωρητικές ιδέες προσεγγίζουν αυτά τα θέματα.
Στη συνέχεια, ξεκινήσαμε με την Ευδοκία την επιτόπια έρευνα στα χωριά γύρω από τον ποταμό Εύηνο, όπου με εισήγαγε στο τοπικό πλαίσιο και στις τοπικές ιστορίες. Πήραμε συνεντεύξεις, τις οποίες καταγράψαμε, από τη γιαγιά και τη θεία της Ευδοκίας, από έναν άνδρα που ζούσε σε ένα χωριό ψηλότερα στα βουνά, από ανθρώπους στα καφενεία και από έναν ντόπιο κυνηγό. Μέσα από αυτές τις συζητήσεις μάθαμε πως ορισμένες οικογένειες θεωρούσαν ότι κατάγονταν από νεράιδες. Υπό μία έννοια, αυτός ήταν ένας τρόπος διεκδίκησης, ελέγχου, αλλά και εξύμνησης της ομορφιάς. Μια γνωστή ιστορία, που έχει διάφορες παραλλαγές, λέει ότι ένας άνδρας είχε συναντήσει τυχαία τις νεράιδες να χορεύουν μια νύχτα. Μία από αυτές του φάνηκε εξαιρετικά όμορφη και της έκλεψε το μαντίλι (ή το πέπλο ή το φόρεμα). Εκείνη δεν μπορούσε να επιστρέψει στον κόσμο της χωρίς τα ρούχα της, έτσι αναγκάστηκε να μείνει μαζί του. Παντρεύτηκαν και έκαναν παιδιά. Ωστόσο, μόνο οι μεγαλύτερες γενιές ισχυρίζονται ότι έχουν δει νεράιδες με τα ίδια τους τα μάτια. Οι νεράιδες δεν εμφανίζονται ούτε ακούγονται πια.
Εκτός από στερεοφωνικά μικρόφωνα, είχα μαζί μου υδρόφωνα, ένα γεώφωνο, μικρόφωνα επαφής και έναν δέκτη VLF, για να εξερευνήσω το ηχητικό τοπίο και τις τοποθεσίες όπου υποτίθεται ότι είχαν εμφανιστεί νεράιδες, σύμφωνα με τις ιστορίες, αλλά και μέρη από τα οποία θα μπορούσαν να έχουν περάσει.
Ηχογράφησα επίσης τη συρμάτινη γέφυρα στο «Καρέλι» που διασχίζει τον Εύηνο, τις δονήσεις των σωλήνων καθώς ένα μηχάνημα εκσκαφής μετακινούσε πέτρες που με τη σειρά τους μετακινούσαν το ποτάμι, τους ήχους από τα βήματά μας με την Ευδοκία πάνω σε σανό σε ένα αλώνι τη νύχτα, τις φωνές των μαύρων σκίουρων το βράδυ, τις φυσικές συχνότητες (VLF) που υπάρχουν σε αυτά τα μέρη, τα πρόβατα που κατεβαίνουν από τα ψηλά βοσκοτόπια και φτάνουν στο μαντρί, τους ήχους των κλαδιών, των πετρών και των μηχανημάτων στο νερό του ποταμού, τα κρεμαστά αμπέλια, τα φύλλα που πέφτουν στο δάσος, τη ροή των πηγών.
Τον Απρίλιο του 2024, με την υποστήριξη του Onassis AiR, μπόρεσα να έρθω ξανά στην Ελλάδα για να κάνω επιπλέον ηχογραφήσεις και να δουλέψω με την Ευδοκία πάνω σε αυτό το ηχητικό και αφηγηματικό υλικό. Επιστρέφοντας στα χωριά, ήρθαμε σε επαφή με περισσότερους ντόπιους μέσω της Νεφέλης Μυρωδιά από το Onassis AiR, η οποία έχει επίσης ρίζες από αυτά τα μέρη. Μιλήσαμε με τον Γιώργο, ο πατέρας του οποίου ήξερε ξόρκια, θεραπευτικές πρακτικές και πώς να τα βγάζει πέρα με τις πανίσχυρες νεράιδες. Ακόμα, μας έδωσε ένα βιβλίο τοπικής ιστορίας που περιλάμβανε γραπτές αφηγήσεις για τις νεράιδες, αλλά και μαρτυρίες για παιδιά που ήταν μισά νεράιδες και μισά άνθρωποι, τα οποία έσκαγαν στο νερό σαν κολοκύθες κατά τη διάρκεια της εκκλησιαστικής λειτουργίας. Ο Γιώργος μάς έδειξε τις πηγές όπου ο ίδιος ή γνωστοί του είχαν δει νεράιδες. «Οι νεράιδες είναι άγριες γυναίκες, φτιαγμένες μόνο από αέρα, σαν πνεύματα, όμορφες και επικίνδυνες», μας είπαν. Καθώς περνούσαμε από μια καταραμένη πηγή, από την οποία δεν πρέπει ποτέ να περνούν γυναίκες αρραβωνιασμένες αλλά ανύπαντρες, ένας φίλος του μας είπε ότι τέτοιες ιστορίες χρησιμοποιούνταν γενικά για να προκαλούν φόβο, ώστε οι κλέφτες να μπορούν να συνεχίζουν ανενόχλητοι τη διαδρομή τους. Κάναμε μια στάση σε ένα καφενείο, για να μπορέσουν και οι υπόλοιποι χωριανοί να μας πουν την άποψή τους για το αν υπάρχουν ή όχι οι νεράιδες. Μιλήσαμε επίσης με δύο ηλικιωμένες γυναίκες οι οποίες παλιότερα δούλευαν στα δημόσια λουτρά και ήξεραν ιστορίες για τις νεράιδες, οι οποίες «ως γνωστόν» χτυπούσαν γυναίκες και έκλεβαν τα μωρά τους.
Σε όλες τις συζητήσεις, ρωτούσαμε με έμφαση γιατί οι νεράιδες έφυγαν ή δεν εμφανίζονταν πια. Κάποιοι απάντησαν ότι μπορεί να βρίσκονται ακόμα στο περιβάλλον. Ωστόσο, η ανάπτυξη του οδικού δικτύου και των υποδομών ηλεκτρικής ενέργειας άλλαξε τη σχέση των ανθρώπων με τη φύση που τους περιβάλλει. Εφόσον πλέον υπήρχαν δρόμοι, μπορούσε κανείς να οδηγήσει αντί να περπατήσει στις ορεινές κοιλάδες, ενώ, χάρη στον ηλεκτρισμό, η σκοτεινή νύχτα μπορούσε να φωτιστεί πιο εύκολα. Έτσι, το χάος της φύσης εξημερώθηκε, μπήκε σε σειρά και απέκτησε μια πιο μαζεμένη και «λογική» διάταξη. Οι χώροι όπου θα μπορούσε κανείς να συναντήσει τις απρόβλεπτες, χαοτικές, όμορφες, τρομακτικές νεράιδες όλο και λιγόστευαν. Η φήμη τους εξασθένησε μαζί με την αίσθηση του μεγαλείου, καθώς οι πόλεις προσέλκυαν τους ανθρώπους προσφέροντας δουλειά και ευκαιρίες. Σύμφωνα με μια ιστορία, οι φόβοι τους οποίους αντιπροσώπευαν οι νεράιδες έχουν απλώς αντικατασταθεί από τους φόβους που βλέπουμε να μεταδίδονται στην τηλεόραση.
Κατά τη διάρκεια αυτού του ταξιδιού, ηχογράφησα περισσότερες υδάτινες πηγές, μια μικρή μεταλλική γέφυρα, την ξύλινη κατασκευή με την οποία μπορείς να διασχίσεις το ποτάμι, δονήσεις κάτω από τα δέντρα, έντομα, την πολυφωνική αυγή, πιο πολλά σημεία του νερού του ποταμού, πλάσματα μέσα στα ρέματα και βήματα πάνω σε πέτρες, χώμα και μέταλλο. Δίπλα σε μια μικρή πηγή, σε ένα φυσικό αμφιθέατρο όπου λέγεται ότι χόρευαν οι νεράιδες τη νύχτα, κατέγραψα μια όμορφη σύμπτωση ήχων –γαλοπούλες, σκυλιά, πουλιά, άνεμος, κουδούνες, φωνές– που όλοι μαζί είχαν μια παροξυσμική χροιά.
Η έρευνα πεδίου δεν οδήγησε σε κάποιο συμπέρασμα. Περισσότερο αποτέλεσε μια εξερεύνηση του τι θα μπορούσαν να σημαίνουν οι νεράιδες, ή τι θα μπορούσαν να υποδηλώνουν ανάμεσα σε ένα πλέγμα σημασιών. Οι ιστορίες που ακούσαμε είναι βαθιά προσωπικές και ταυτόχρονα κοινές για τα μέλη της κοινότητας. Στο βιβλίο τοπικής ιστορίας που μοιράστηκε ο Γιώργος μαζί μας, η ενότητα για τις νεράιδες είχε υπότιτλο «Όλα αυτά είναι αλήθεια, αλλά μόνο εγώ τα έχω ακούσει». Αυτός ήταν και ο τίτλος της οπτικοακουστικής περφόρμανς που παρουσιάσαμε με την Ευδοκία στο Open Day. Φωτογραφίες που έβγαλε η Ευδοκία κατά τη διάρκεια της επιτόπιας έρευνας και υλικό από το οικογενειακό της αρχείο, καθώς και αργυροτυπίες του Stéphane Charpentier (ο οποίος μας συνόδευσε στο ερευνητικό ταξίδι τον Οκτώβριο του 2023), εναλλάσσονταν με μια μαύρη οθόνη και υπότιτλους, ενώ παράλληλα ακούγονταν αποσπάσματα από τις ηχογραφημένες αφηγήσεις.
Η σύνθεση αυτού του οπτικοακουστικού υλικού απαίτησε πολύ εντατική εργασία όσο ήμουν στην Αθήνα. Καθώς η διάρκεια του προγράμματος καλλιτεχνικής φιλοξενίας ήταν μόλις ένας μήνας, είμαι ευγνώμων που μπόρεσα να εργαστώ μαζί με άλλα άτομα και να εμβαθύνω στο υλικό που συγκεντρώθηκε στο πεδίο. Απομαγνητοφώνηση, μετάφραση, συνδυασμοί λέξεων, εικόνων και ήχων· δημιουργία στόριμπορντ, συνειρμική οργάνωση των συμβολικών θεμάτων με βάση διάφορα βιώματα, αποσπάσματα καταγεγραμμένων στιγμών. Στο στούντιο, εργάστηκα για τη δημιουργία ενός live ηχητικού έργου τεσσάρων καναλιών, που θα μετέφερε τον συναισθηματικό απόηχο της της βουκολικής περισυλλογής, της αβεβαιότητας, του φόβου, της σύγκρουσης, της ομορφιάς, του παροξυσμού και της εγκατάλειψης που διαπερνά υπαινικτικά την αφήγηση. Η μουσική βασίστηκε μόνο στις ηχογραφήσεις πεδίου· συχνότητες και μοτίβα από το φυσικό περιβάλλον και φωνές ζώων μπλέχτηκαν με τους μεταλλικούς, κρουστικούς ήχους των γεφυρών και με τα βήματά μας. Η πιθανότητα να υπάρχουν νεράιδες προέκυπτε μέσα από αντιπαραβολή όλων αυτών των ήχων και συχνοτήτων, αποκαλύπτοντας τις μυστηριώδεις δυνατότητές τους.
Για τη συνέχεια του πρότζεκτ μας με την Ευδοκία Νούλα, σκοπεύουμε να ετοιμάσουμε μια έκδοση η οποία θα περιέχει εικόνες, ιστορίες και αφηγηματικά ηχοτοπία και θα αποτυπώνει αυτό το αμάλγαμα προσωπικών αναμνήσεων και τοπικών παραδόσεων, το αίσθημα αποξένωσης που μπορεί να προκαλείται από την ανάπτυξη των υποδομών, παράλληλα με όλα εκείνα που παραμένουν ακόμα άγνωστα.
Τέλος, ως κίνηση ανταπόδοσης στο Onassis AiR, διοργάνωσα μια συνάντηση βασισμένη σε παρτιτούρες κειμένου από το “Sonic Meditations” της Pauline Oliveros. Βρεθήκαμε με τους συμμετέχοντες και τις συμμετέχουσες στο Επτάθρονο στον λόφο Φιλοπάππου, όπου αφουγκραστήκαμε το περιβάλλον, αλλά και ο ένας την άλλη μέσα σε αυτό το περιβάλλον, και ανταποκριθήκαμε παράγοντας ήχους. Εξερευνήσαμε τον κοινό χώρο μέσα από τον ήχο, την κίνηση και ατομικές διεργασίες ηχητικής φαντασίας. Είμαι πολύ ευγνώμων για τη γενναιοδωρία όσων ήρθαν να μοιραστούν μαζί μου αυτήν τη στιγμή, να διαλογιστούν και να συμμετάσχουν σε αυτή την ηχητική εμπειρία στο ηλιοβασίλεμα.