Saba Khan

Φωτογραφία: Tara Ali Khan

Βιογραφικό

Τo πολυμεσικό έργο της Saba Khan κινείται στην περιοχή που ορίζει η γλώσσα της μνήμης, των μνημείων και της δημόσιας τέχνης. Δημιουργώντας πίνακες πλουσιοπάροχα κεντημένους με χάντρες και οι οποίοι απεικονίζουν γλυκίσματα, αλλά και διοράματα-μινιατούρες ενός βαρετού γραφείου κάποιου γραφειοκράτη, φωτεινές επιγραφές με λαμπτήρες LED μιας τυποποιημένης «Ισλαμικής Τέχνης» ή και διακοσμητικές υφασμάτινες σημαίες για τον εορτασμό του μηχανισμού της κοινοτοπίας, η καλλιτέχνις ισορροπεί ανάμεσα στο μεγαλείο, στο τέχνασμα και στη σάτιρα, εξερευνώντας τις ρωγμές στην επιφάνεια της καθημερινής ζωής στην πατρίδα της, τη Λαχόρη του Πακιστάν. Είναι πτυχιούχος του National College of Arts της Λαχόρης και κάτοχος μεταπτυχιακού (MFA) από το Boston University με υποτροφία του Ιδρύματος Fulbright. Συμμετείχε με έργο της στην Μπιενάλε του Καράτσι το 2018 και στην Μπιενάλε της Λαχόρης το 2020. Στις ατομικές της εκθέσεις περιλαμβάνονται οι «ONE» (2019) στο μουσείο COMO (contemporary/modern) Museum of Art στο Πακιστάν και «Zinda-dil-a’an-e-Lahore– Billboard Project» (2020), μια πρωτοβουλία του ιδρύματος Lahore Biennale Foundation (LBF). Το 2014 ίδρυσε το πρόγραμμα φιλοξενίας καλλιτεχνών Murree Museum Artist Residency, μια καλλιτεχνική πρωτοβουλία σε ένα πρώην παραθεριστικό θέρετρο των Βρετανών, ενώ το 2019 σύστησε τη σατιρική καλλιτεχνική συλλογικότητα Pak Khawateen Painting Club κατόπιν μίας ανάθεσης που έγινε από την Μπιενάλε της Λαχόρης 02. Πρόσφατα έλαβε την επιχορήγηση του Sharjah Art Foundation (2020), του Graham Foundation (2020), του British Council (2020), καθώς και του Paul Mellon Centre. Η Καν διδάσκει στο National College of Arts της Λαχόρης, Πακιστάν.

H Saba Khan είναι συμμετέχουσα του School of Infinite Rehearsals του Οnassis AiR 2021-22.

Καλλιτεχνική Έρευνα

Η έρευνά μου θα δημιουργήσει συνδέσεις μεταξύ διαφόρων κόμβων του αποκαλούμενου «εκσυγχρονισμού του Τρίτου Κόσμου», από τις φιλοδοξίες των αποικιοκρατικών δυνάμεων να αντλήσουν και να τιθασεύσουν το νερό, τη μόδα της διαστημικής εποχής, την πολιτική αεροπορία, τα πρότζεκτ ηλεκτρονικής μουσικής, τη μοντερνιστική ζωγραφική και τις έννοιες της «μοντέρνας κοπέλας» έως τις διεθνείς τράπεζες που εξακολουθούν να χρηματοδοτούν κολοσσιαία υδροηλεκτρικά φράγματα στο Πακιστάν.

Το αποικιοκρατικό «εκσυγχρονιστικό εγχείρημα» άρχισε με την προσάρτηση του Παντζάμπ (που ανήκε στην Ινδία τότε), του λεγόμενου «νέου αγροτικού συνόρου», το 1880, από τη βρετανική διακυβέρνηση. Η αποικιοκρατική επιθυμία για τιθάσευση των υδάτων του Ινδού ποταμού, ο οποίος έρρεε ελεύθερα διασχίζοντας κατά τη φιδίσια πορεία του τα εδάφη Σάπτα Σιντού (η γη των επτά ποταμών) και ενίοτε καταπόντιζε ολόκληρες πόλεις κάτω από τον χειμαρρώδη ρου του, ανακόπηκε σιγά σιγά από τη βούληση των αποικιοκρατών να μετατρέψουν τη φύση σε πόρο και το νερό σε μηχανή. Κι έτσι δημιουργήθηκε ένα περίπλοκο αρδευτικό σύστημα καναλιών και αποικιών, μετακινήθηκαν πληθυσμοί και εφαρμόστηκε η κοινωνική μηχανική στο Παντζάμπ και στο Σιντ.

Στη μεταποικιακή εποχή, ο Αμερικανός τεχνοκράτης David Lilienthal και η Παγκόσμια Τράπεζα αναδιαμόρφωσαν οριστικά το φυσικό τοπίο με τη δημιουργία του πρώτου μνημειώδους, κολοσσιαίου φράγματος, στην Ταρμπέλα (δεκαετία του 1960), το οποίο εξολόθρευσε τις παραδοσιακές μεθόδους καλλιέργειας, προκαλώντας αλατότητα και εισβολή της θάλασσας στην ακτή. Η έλλειψη νερού για τους αυτόχθονες πληθυσμούς στα κατάντη του ποταμού είχε ως συνέπεια τους πρώτους κλιματικούς πρόσφυγες, ενώ μεταμόρφωσε τον διάρκειας χιλιετιών τρόπο ζωής τους. Κατασκευασμένο κατά την εποχή της ανάπτυξης των διαστημικών ταξιδιών, το εσωτερικό της αίθουσας ελέγχου του Φράγματος Ταρμπέλα θυμίζει διαστημόπλοιο.

Στο νεοσύστατο Πακιστάν, ο κορυφαίος πρεσβευτής της χώρας ήταν η κρατική αεροπορική εταιρεία του, οι αεροσυνοδοί της οποίας διαφημίζονταν με υπερηφάνεια φορώντας τις διαστημικές στολές που είχε σχεδιάσει ο Γάλλος σχεδιαστής μόδας Pierre Cardin. Η αεροπορική εταιρεία, που διέθετε τον δικό της θεατρικό και μουσικό θίασο, αναμείγνυε παραδοσιακά τραγούδια με ηλεκτρονική μουσική.

Η τέχνη μεταμορφώθηκε όταν οι καλλιτέχνες που ταξίδεψαν στην Ευρώπη για μεγάλες περιόδους έφεραν πίσω τη ζωγραφική με την επιρροή του μοντερνισμού. Στον κινηματογράφο και στη λογοτεχνία, η «μοντέρνα κοπέλα» ήταν το πρότυπο της νέας των αστικών κέντρων, από την ανώτερη αστική τάξη, που κάπνιζε και φορούσε παντελόνια και είχε κατακτήσει την κινητικότητα αλλά ερχόταν σε αντίθεση με την παράδοση και ήταν ως επί το πλείστον αποκλεισμένη από το «αρσενικό εκσυγχρονιστικό εγχείρημα».