Fiona Banner
H Βρετανίδα εικαστικός Fiona Banner (γνωστή και ως The Vanity Press) διερευνά τις πολυπλοκότητες της σύγκρουσης και της γλώσσας, γραπτής και μεταφορικής.
Το έργο της περιλαμβάνει κείμενα, γλυπτά, σχέδια, φιλμ και εγκαταστάσεις. Γεννημένη το 1966 στο Μέρσισαϊντ της βορειοδυτικής Αγγλίας, η Banner σπούδασε στο Πανεπιστήμιο Kingston και ολοκλήρωσε το μεταπτυχιακό της στις καλές τέχνες στο Πανεπιστήμιο Goldsmiths του Λονδίνου το 1993. Οι εκδόσεις, με την ευρύτερη έννοια, βρίσκονται στο επίκεντρο της πρακτικής της.
Το 1997 άρχισε να χρησιμοποιεί το όνομα The Vanity Press. Έχει δημοσιεύσει βιβλία, αντικείμενα και περφόρμανς υιοθετώντας συχνά μια παιγνιώδη στάση και μεταφέροντας μια ψευδή αίσθηση μεγαλείου στη διαδικασία της έκδοσης. Τα πρώτα της έργα είχαν τη μορφή «τοπίων από λέξεις» (wordscapes) ή «στιγμιότυπων λήψης» –αναλυτικές περιγραφές ταινιών μεγάλου μήκους με τα λόγια της ίδιας της καλλιτέχνιδας. Πιο πρόσφατα ξεκίνησε να ασχολείται με την ιδέα του γυμνού στην ιστορία της τέχνης, παρατηρώντας ένα ζωντανό μοντέλο και μεταγράφοντας αυτή την μορφή και πόζα σε συνέχεια των προηγούμενων μεταγραφών που έκανε με το φιλμ.
Το 2002, η Banner ήταν υποφήφια για το Turner Prize, ενώ το 2010 επιλέχθηκε για την 10η ανάθεση έργου στο Duveen Hall της Tate Britain. Τα έργα της συμπεριλαμβάνονται στις δημόσιες συλλογές των Arts Council, British Council και του Μουσείου Μοντέρνας Τέχνης της Νέας Υόρκης.
H Fiona Banner είναι συμμετέχουσα του προγράμματος (Inter)national Residency του Οnassis AiR 2019-20.
«Φτάνοντας στο λιμάνι του Πειραιά με το πλοίο πρόσφατα, είδα ένα στρατιωτικό υποβρύχιο να βγαίνει στην επιφάνεια και να κατευθύνεται προς τη θάλασσα. Αναδύθηκε αργά από τα βάθη και δεν μπορούσα να πιστέψω τι έβλεπαν τα μάτια μου. Έκανα ζουμ στο υποβρύχιο με το κινητό μου για να το φέρω πιο κοντά, αλλά και για να αποδείξω την παρουσία του. Κανένα άλλο άτομο στο πλοίο δεν φάνηκε να το παρατήρησε. Ήταν συναρπαστικό και ταυτόχρονα τρομακτικό· με εντυπωσίασε ότι ήταν κρυμμένο, αν και σε κοινή θέα.»
Για την τελική έκθεση αποφοίτων στο Πανεπιστήμιο Goldsmiths (Λονδίνο, 1995), η Fiona Banner παρουσίασε μια τεράστια, φυσικού μεγέθους φωτογραφία ενός τμήματος του πυρηνικού υποβρυχίου Trident. Είχε μεγεθύνει τη φωτογραφία ενός μικροσκοπικού μοντέλου Airfix του Trident, καθώς το υποβρύχιο δεν ήταν ορατό στη δημόσια σφαίρα –κάτι τεράστιο, αλλά παρ’ όλ’ αυτά κρυμμένο. Η ψευδής ηρωική εικόνα του υποβρυχίου ήταν ουσιαστικά ένας μεγάλος γκρίζος τοίχος με κάποια στρατιωτικά σημάδια επάνω του, σχεδόν αφηρημένα. Δημιουργούσε επίσης έντονη αντανάκλαση, όπως ένας καθρέφτης –κοιτάζοντάς το γίνεσαι μέρος του, ένα τέρας που εκθρέψαμε εμείς. Ο τρόπος αναπαράστασης της σύγκρουσης στην κυρίαρχη κουλτούρα (στις πολεμικές ταινίες, στις δημοφιλείς εικόνες, στη μόδα, στα τηλεοπτικά κανάλια) λειτουργεί έκτοτε ως σημείο εκκίνησης για το έργο της Banner. Το πρώτο της βιβλίο, με τίτλο The Nam, αποτελεί μια λεκτική υπερκινηματογραφική περιγραφή των χολιγουντιανών ταινιών για το Βιετνάμ. Πρόκειται για μια ανάκληση εικόνων που η καλλιτέχνιδα έβλεπε στην τηλεόραση ως παιδί, αλλά είναι ταυτόχρονα μια εντρύφηση και διερεύνηση, στον βαθμό που εξετάζει τις αντιφάσεις των βιομηχανοποιημένων πολιτισμικών δυνάμεων που εκείνη (κι εμείς;) βρίσκει εξίσου σαγηνευτικές και απωθητικές.
Εκλαμβάνοντας τη στιγμή εμφάνισης του υποβρυχίου ως μια χειροπιαστή σκέψη, η Banner θα εξερευνήσει το λιμάνι του Πειραιά (μεγάλο τμήμα του οποίου είναι εκμισθωμένο στην Κίνα για 100 εκατομμύρια ευρώ ετησίως) και θα επισκεφτεί τα ναυπηγεία του Ελληνικού Στρατού κοντά στην Aθήνα, εκεί όπου κατασκευάστηκε το υποβρύχιο –αν ήταν πράγματι ελληνικό, σε μια προσπάθεια να μάθει περισσότερα γι'αυτό.