Richie Hawtin

Φωτογραφία: Anne Harbers

Ο Richie Hawtin είναι αυθεντικά μοναδικός. Το έργο του χαίρει ευρείας αναγνώρισης, τόσο από τον δημιουργικό τομέα της καλλιτεχνικής κοινότητας όσο και από εκείνους που βρίσκονται στην τεχνολογική πρωτοπορία. Παράλληλα, στις ζωντανές εμφανίσεις του μετατοπίζει συνεχώς τα εννοιολογικά όρια και προχωράει σε νέα μονοπάτια τη μουσική, εισάγοντας όσο το δυνατόν περισσότερο κόσμο σε ιδέες και εμπειρίες που θα έμοιαζαν βγαλμένες από σενάριο επιστημονικής φαντασίας την εποχή που ξεκινούσε την καριέρα του.

Ο Ρίτσι Χότιν γεννήθηκε στη Μεγάλη Βρετανία και μεγάλωσε στον Καναδά. Είναι ο άνθρωπος πίσω από τα labels Plus 8, MINUS Records και From Our Minds, τα οποία ανέδειξαν μια πληθώρα ταλαντούχων μουσικών, από τον Speedy J στις αρχές της δεκαετίας του ’90 μέχρι τον Gaiser τη δεκαετία του 2010. Και φυσικά, είναι ο Plastikman, ίσως αυτό περισσότερο απ’ όλα, ο κατεξοχήν δημιουργός ηλεκτρονικής μουσικής, συνεπής σε μια underground ταυτότητα αβανγκάρντ electronica μέσα από έξι άλμπουμ (και δύο συλλογές). Επέστρεψε θεαματικά στη σκηνή το 2010 ως Plastikman 1.5 και φάνηκε αντάξιος της νέας γενιάς του EDM, δηλαδή του Skrillex και του Deadmau5, μεταξύ άλλων, για τους οποίους ο Χότιν είναι πρεσβευτής της παλιάς φρουράς αλλά και ήρωάς τους.

Όμως, δεν είναι μόνο οι ανερχόμενοι νέοι καλλιτέχνες που τον θαυμάζουν. Ο Daniel Miller, ιδρυτής της ρηξικέλευθης δισκογραφικής εταιρείας Mute, τον έχει αποκαλέσει «ηγετική μορφή» και «πρωτοπόρο», ενώ οι “New York Times” τον χαρακτήρισαν «έναν από τους ιθύνοντες νόες του electronic dance σύμπαντος». Ωστόσο, τα εγκώμια από άλλα πεδία είναι αυτοί που αναδεικνύουν το εύρος της απήχησής του. Ο Raf Simons, δημιουργικός συνδιευθυντής της Prada, λέει ότι ακούει «τη μουσική του Ρίτσι Χότιν όπως άλλοι ακούνε κλασική μουσική», λέγοντας πως είναι «οι Kraftwerk του σήμερα». Το 2013, ο Σίμονς ζήτησε από τον Χότιν να ετοιμάσει μια παράσταση για το Guggenheim, το εμβληματικό μουσείο τέχνης της Νέας Υόρκης, για να πλαισιώσει την ετήσια φιλανθρωπική του εκδήλωση.

Αυτή δεν ήταν η μοναδική φορά που η μουσική του Χότιν διασταυρώθηκε με άλλες μορφές τέχνης. Τον Ιούνιο του 2011 συνεργάστηκε με τον βραβευμένο με Turner καλλιτέχνη βρετανικής και ινδικής καταγωγής Sir Anish Kapoor, για να μετατρέψουν το Grand Palais στο Παρίσι σε μια γιγαντιαία εγκατάσταση και πολιτιστική εκδήλωση με θέμα το κόκκινο. Το αποτέλεσμα ήταν ένα αξέχαστο art-rave με 5.000 θεατές, ενώ για την τελετή έναρξης των Χειμερινών Ολυμπιακών Αγώνων του 2006 συνεργάστηκε με τον Ιταλό χορογράφο Enzo Cosimi, για τη μουσική επένδυση και τη συνδημιουργία ενός αυτοτελούς χορευτικού έργου.

Πιο πρόσφατα, στο πλαίσιο της έκθεσης του Bertrand Bonello, την οποία φιλοξένησε το Centre Pompidou στο Παρίσι, του ανατέθηκε να γράψει καινούρια μουσική για τη βωβή ταινία του Dimitri Kirsanoff, “Brumes d’automne” (1928). Από το 2016 έως το 2018, ο Χότιν περιόδευε με το CLOSE live tour, ξεκινώντας από το Coachella και καταλαμβάνοντας την κεντρική σκηνή και σε άλλα εμβληματικά φεστιβάλ όπως το Sonar, το Primavera Sound, το Movement στο Ντιτρόιτ, καθώς και σε συναυλιακούς χώρους όπως το Roundhouse στο Λονδίνο, το Olympia στο Παρίσι και η Όπερα του Σίδνεϊ. Το φθινόπωρο του 2020 και κατά τη διάρκεια της παγκόσμιας πανδημίας, ο Χότιν και ο Ραφ Σίμονς συνεργάστηκαν ξανά, αυτή τη φορά για την Prada, με αποτέλεσμα τη δημιουργία του “Sin Thetik”, που αποτέλεσε τη μουσική επένδυση για την πρώτη αποκλειστικά διαδικτυακή εβδομάδα μόδας στο Μιλάνο. Ήταν μια εντυπωσιακή συνεργασία. Ο Ρίτσι Χότιν, όπως πάντα, απολαμβάνει κάθε νέα πρόκληση.