Όλγκα Τοκάρτσουκ
Γεννήθηκε το 1962 στο Σουλέχοφ της Πολωνίας. Οι γονείς της ήταν δάσκαλοι και ο πατέρας της, ειδικότερα, υπεύθυνος της σχολικής βιβλιοθήκης. Εκεί η κατοπινή νομπελίστρια άρχισε να διαβάζει ό,τι έπεφτε στα χέρια της και να καλλιεργεί το λογοτεχνικό της ένστικτο και το μεταφυσικό της βλέμμα. Ακολούθησε σπουδές ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο της Βαρσοβίας και εργάστηκε ως ψυχοθεραπεύτρια, αλλά στην πορεία εγκατέλειψε το επάγγελμα για να αφιερωθεί στο γράψιμο. Το 1989 δημοσίευσε την πρώτη της ποιητική συλλογή. Η καθιέρωσή της ήρθε με το τρίτο της μυθιστόρημα, «Το Αρχέγονο και άλλοι καιροί» (1996). Πρόκειται για μια σαγηνευτική ιστορία της Πολωνίας, από το 1914 έως την εποχή συγγραφής του βιβλίου, υπό τη μορφή μιας επικής αλληγορίας. Το Αρχέγονο του τίτλου είναι ένα μυθικό χωριό –ένας μικρόκοσμος με συμβολική σημασία– το οποίο φυλάσσουν ακροβολισμένοι τέσσερις αρχάγγελοι και μέσα από τα δικά τους μάτια, τα κρυστάλλινα και λυρικά, παρακολουθούμε τις ζωές των κατοίκων του.
Το 1998 η Όλγκα Τοκάρτσουκ εξέδωσε το «Σπίτι της ημέρας, σπίτι της νύχτας», όπου με φόντο το φορτισμένο τοπίο της Σιλεσίας κατέδειξε το ενδιαφέρον της για τις συγκρούσεις που προκαλούν τα πεδία της γεωγραφίας, της κουλτούρας, της ατομικής και συλλογικής ταυτότητας. Το 2007 έκανε το κρισιμότερο βήμα στην καριέρα της εκδίδοντας το μυθιστόρημα «Πλάνητες», για το οποίο τιμήθηκε το 2008 με το βραβείο Nike, το σημαντικότερο λογοτεχνικό βραβείο στη χώρα της. Δέκα χρόνια αργότερα, το 2018, η αγγλική μετάφραση του βιβλίου αυτού από την Jennifer Croft (με τίτλο “Flights”) κατέκτησε το Διεθνές Βραβείο Booker και την έκανε ευρύτερα γνωστή και αγαπητή, τοποθετώντας τη γραφή της, όπως ακριβώς της άξιζε, στην αιχμή των καλλιτεχνικών και ανθρωπιστικών αναζητήσεων. Οι απαράμιλλοι «Πλάνητες», όπου το ταξίδι ως συνθήκη και η ανθρώπινη ανατομία συλλειτουργούν και συνέχουν ένα ευρύ δίκτυο από ετερόκλητες αφηγήσεις, είναι ίσως το πιο αντιπροσωπευτικό βιβλίο της, το πιο χαρακτηριστικό δείγμα ενός συμπεριληπτικού βλέμματος πάνω στην υπαρξιακή σχέση του ανθρώπου με την πραγματικότητα και τον κόσμο που τον περιβάλλει.
Το 2009 η Πολωνή συγγραφέας επανεμφανίστηκε με το «Οδήγησε το αλέτρι σου πάνω από τα οστά των νεκρών», μυθιστόρημα το οποίο μεταφέρθηκε το 2017 στον κινηματογράφο από την επίσης Πολωνή σκηνοθέτρια Agnieszka Holland και το 2022 στο θέατρο από τον Βρετανό σκηνοθέτη Simon McBurney και την ομάδα Complicité, σε μια παράσταση που συνάρπασε και το ελληνικό κοινό τον Οκτώβριο του 2023 στη Στέγη.
Το 2014 η Τοκάρτσουκ εξέδωσε, ύστερα από εκτεταμένη έρευνα, αυτό που θεωρείται ευρέως το magnum opus της: το ογκώδες, πολυσέλιδο ιστορικό μυθιστόρημα «Τα βιβλία του Ιακώβ». Πρόκειται για ένα αναστοχαστικό και μυστικιστικό έργο για την ίδια την ιστορία, τις ανατροπές και τα γυρίσματά της που καθορίζουν τη μοίρα ολόκληρων λαών. Τοποθετώντας την πλοκή στα μέσα του 18ου αιώνα –στον αιώνα του Διαφωτισμού– η σπουδαία συγγραφέας αντικαθρεφτίζει τη σημερινή κατάσταση ενός μεγάλου τμήματος της Ευρώπης. Για το βιβλίο αυτό έλαβε για δεύτερη φορά το βραβείο Nike, το 2015, ενώ υπήρξε και φιναλίστ για το Διεθνές Βραβείο Booker 2021. Αυτό το μυθιστόρημα, ένα αριστούργημα της σύγχρονης πεζογραφίας, μια μεγαλειώδης λογοτεχνική επιστροφή σε ένα μάλλον άγνωστο κεφάλαιο της ευρωπαϊκής ιστορίας, διαρθρώνεται γύρω από μια αληθινή προσωπικότητα, τον μυστηριώδη και αμφιλεγόμενο Πολωνοεβραίο Jacob Frank, ο οποίος για άλλους υπήρξε ένας «αμετανόητος αιρετικός» και για άλλους «ο νέος Μεσσίας».
Το πιο πρόσφατο έργο της Τοκάρτσουκ είναι το μυθιστόρημα “Empuzjon” (2022), το οποίο αναμένεται να κυκλοφορήσει στα ελληνικά εντός του 2024. Ο τίτλος είναι επινόηση της συγγραφέως και πρόκειται για υβρίδιο των λέξεων «Έμπουσα» και «συμπόσιον» [Empusa & Sympozjon στα πολωνικά]. Μεταφερόμαστε στο 1913, στην Κεντρική Ευρώπη. Στην «Πανσιόν για Κυρίους» μια ομάδα ενοίκων συζητά για φιλοσοφικά, πολιτικά και λογοτεχνικά θέματα. Η συνθήκη θυμίζει το «Συμπόσιον» του Πλάτωνα. Στις συζητήσεις τους αναπαράγονται πολιτισμικά στερεότυπα για το γυναικείο φύλο, τα οποία διαπερνούν τον κανόνα της Δυτικής λογοτεχνίας, αρχής γενομένης από την αρχαία ελληνική γραμματεία. Σε αυτό το πατριαρχικό σύστημα, η γυναίκα βρίσκεται στα όρια μεταξύ της ανθρώπινης ύπαρξης και του ανοίκειου. Την ανοικειότητα του θηλυκού αντιπροσωπεύει στην ελληνική μυθολογία η Έμπουσα, ένα πλάσμα που άλλαζε διαρκώς μορφή. Αντίστοιχα και στο βιβλίο της Τοκάρτσουκ, όλοι οι γυναικείοι χαρακτήρες διαπνέονται από έναν αέρα μυστηρίου, αλλόκοτου, ανοίκειου. Η γυναίκα εμφανίζεται άλλοτε ως αινιγματική femme fatale και άλλοτε ως δαίμονας ή τρομακτική κούκλα-σκιάχτρο.
«Η τρυφερότητα είναι η βαθιά συναισθηματική έγνοια για μια άλλη ανθρώπινη ύπαρξη, για την ευθραυστότητά της, για τη μοναδική φύση της και την έλλειψη ανοσίας της στα βάσανα και τις επιδράσεις του χρόνου. Η τρυφερότητα αντιλαμβάνεται τους δεσμούς που μας ενώνουν, τις ομοιότητες και την ταύτισή μας. Είναι μια μορφή θέασης που δείχνει τον κόσμο ζωντανό, διασυνδεδεμένο, συνεργαζόμενο και εξαρτώμενο από τον εαυτό του. Η λογοτεχνία είναι χτισμένη πάνω στην τρυφερότητα απέναντι σε κάθε άλλη ύπαρξη πέρα από τη δική μας. Πρόκειται για τον βασικό ψυχολογικό μηχανισμό του μυθιστορήματος. Χάρη στο θαυμαστό αυτό εργαλείο, το πιο εξελιγμένο μέσο της ανθρώπινης επικοινωνίας, η πείρα μας μπορεί να ταξιδέψει μέσα στον χρόνο και να φτάσει ακόμα και σε όσους δεν έχουν ακόμα γεννηθεί, αλλά που μια μέρα θα επιστρέψουν σε όσα γράψαμε, στις ιστορίες που είπαμε για εμάς και για τον κόσμο μας» είχε επισημάνει, μεταξύ άλλων, η Όλγκα Τοκάρτσουκ στην ομιλία βράβευσής της με το Νόμπελ Λογοτεχνίας, στη Στοκχόλμη.
Η συγγραφέας ζει στο Βρότσλαβ της Πολωνίας, όπου από το 2020 διατηρεί ένα Ίδρυμα το οποίο προσφέρει υποτροφίες σε συγγραφείς και μεταφραστές αλλά και εκπαιδευτικά προγράμματα για την προώθηση της λογοτεχνίας.
Τα βιβλία της («Το Αρχέγονο και άλλοι καιροί», «Πλάνητες», «Οδήγησε το αλέτρι σου πάνω από τα οστά των νεκρών», «Τα βιβλία του Ιακώβ») κυκλοφορούν στα ελληνικά από τις Εκδόσεις Καστανιώτη, μεταφρασμένα όλα από την πολωνική γλώσσα, από τις Αλεξάνδρα Δ. Ιωαννίδου και Αναστασία Χατζηγιαννίδη.