Anthony Braxton
Φωτογραφία: Carolyn Wachnicki
O Άντονυ Μπράξτον γεννήθηκε στις 4 Ιουνίου του 1945 στο Σικάγο. Σπούδασε στη Σχολή Μουσικής της γενέτειράς του και στο πανεπιστήμιο Roosevelt. Στο Wilson Junior College του Σικάγου γνώρισε τον Roscoe Mitchell και τον Jack DeJohnette. Αφού υπηρέτησε τη στρατιωτική του θητεία, εντάχθηκε στην περίφημη AACM (Association for the Advancement of Creative Musicians / Ένωση για την Προαγωγή Δημιουργικών Μουσικών), μια μη-κερδοσκοπική οργάνωση που συγκέντρωσε στο Σικάγο την αφρόκρεμα των νέων τζαζ μουσικών, στα τέλη της δεκαετίας του ‘60.
Μετά από μια σύντομη παρομονή του στο Παρίσι, με το Anthony Braxton Trio, επέστρεψε στις ΗΠΑ, εγκαταστάθηκε στο σπίτι του Ornette Coleman, εγκατέλειψε τη μουσική και έβγαζε τα προς το ζην παίζοντας σκάκι με στοιχήματα στα υπαίθρια πέτρινα τραπέζια του Washington Square Park της Νέας Υόρκης. Το 1970, παρέα με τον Chick Corea, άρχισαν να μελετούν παρτιτούρες του Stockhausen, του Boulez, του Ξενάκη και του Schoenberg, ενώ στη συνέχεια ο Μπράξτον έγινε μέλος του βραχύβιου κουαρτέτου Circle του Τσικ Κορήα. Στις αρχές της δεκαετίας του ’70 συνεργάστηκε με το σχήμα Musica Elettronica Viva, που έπαιζαν σύγχρονη και αυτοσχεδιαστική μουσική. Το 1974 υπέγραψε δισκογραφικό συμβόλαιο με την Arista Records.
Ο Μπράξτον, ένας από τους πρώτους μαύρους μουσικούς που αναγνώρισαν την οφειλή τους στη σύγχρονη ευρωπαϊκή αβάν-γκαρντ μουσική, είναι γνωστός τόσο ως συνθέτης όσο και ως αυτοσχεδιαστής. Παίζει μια τεράστια γκάμα οργάνων, ανάμεσά τους φλάουτο, σοπρανίνο, σοπράνο, Ντο τενόρο, Φα άλτο, Μι ύφεση άλτο, βαρύτονο, μπάσο και κοντραμπάσο σαξόφωνο, καθώς και Μι ύφεση, Σι ύφεση και κοντραμπάσο κλαρινέτο.
Ο Μπράξτον είναι ένας από τους χαρισματικούς Αμερικανούς μουσικούς και συνθέτες της εποχής μας, έχοντας κυκλοφορήσει περισσότερα από 100 άλμπουμ με δουλειές του, από τη δεκαετία του 1960 μέχρι σήμερα. Θεωρείται καταλυτική μορφή στη μουσική του τελευταίου τετάρτου του 20ού αιώνα. Το έργο του, τόσο ως συνθέτη όσο και ως σαξοφωνίστα, έχει συμβάλει στην καθιέρωση νέων εννοιολογικών και τεχνικών δεδομένων στις διαφρικανικές και διευρωπαϊκές μουσικές παραδόσεις της Βόρειας Αμερικής (πιο απλά, δηλαδή, σε ό,τι αποκαλείται «τζαζ» και «αμερικανικός πειραματισμός», αντίστοιχα), δεδομένα τα οποία όρισαν κορυφαίοι αυτοσχεδιαστές όπως ο Warne Marsh, ο John Coltrane, ο Paul Desmond, ο Ορνέτ Κόλμαν, ο Albert Ayler, καθώς και ο ίδιος ο Μπράξτον και οι ομότεχνοί του στην ιστορική AACM, αλλά και συνθέτες όπως ο Charles Ives, ο Harry Partch και ο John Cage.
Έχει διαμορφώσει το ιδιαίτερο στίγμα του στην τεχνική των οργάνων, στο τέμπο, στο μέτρο και το ρυθμό, στη σόλο και ομαδική ερμηνεία, στην αρμονία και τη μελωδία, καθώς και στον αυτοσχεδιασμό και τη σημειογραφία, μέσα από μια προσωπική σύνθεση των παραπάνω παραδόσεων με την αβάν-γκαρντ ευρωπαϊκή μουσική του 20ού αιώνα, όπως αυτή καθορίστηκε από τον Σαίνμπεργκ, τον Στοκχάουζεν, τον Ξενάκη, τον Varese και άλλους.
Η δισκογραφία του μετρά πλέον τέσσερις δεκαετίες, με ένα έργο που χαρακτηρίζεται καλειδοσκοπικό και γόνιμο, το οποίο του έχει αποφέρει και εξακολουθεί να του αποφέρει αξιοζήλευτα βραβεία και εγκωμιαστικές κριτικές. Τα κείμενά του (σε εκδόσεις του ιδίου) για τις μουσικές παραδόσεις πάνω στις οποίες εργάζεται, σε συνάφεια με το ιστορικό και πολιτισμικό τους πλαίσιο ("Tri-Axium Writings 1-3"), καθώς και το πεντάτομο "Composition Notes A-E", θεωρούνται απαράμιλλα για την προσφορά τους τόσο στη σχετική γραμματεία όσο και στους ίδιους τους καλλιτέχνες.
Ο Μπράξτον είναι επίσης τακτικός καθηγητής στο πανεπιστήμιο Wesleyan του Κοννέκτικατ, ένα από τα διεθνή κέντρα της world μουσικής. Η πανεπιστημιακή του σταδιοδρομία, που ξεκίνησε από το Mills College, στο Ώκλαντ της Καλιφόρνια, αποτελεί πλέον εξίσου σημαντικό μέρος της δημιουργικής του απασχόλησης με το ίδιο το έργο του και περιλαμβάνει εξάσκηση και διεύθυνση συνόλων και ατομικές διδασκαλίες στο δικό του έργο, μαθήματα ηλεκτρονικής μουσικής και μουσικής με υπολογιστές, καθώς και μαθήματα ιστορίας της μουσικής, εστιασμένα στις κύριες επιρροές του, από τη μεσαιωνική συνθέτη Hildegard of Bingen έως σύγχρονες μορφές με τις οποίες έχει και ο ίδιος συνεργαστεί (π.χ. Κέητζ, Κόλμαν).
Το όνομα του Μπράξτον εξακολουθεί να αποτελεί σημείο αναφοράς για το ευρύτερο δυνατό γεφύρωμα ανάμεσα σε συχνά αντικρουόμενους πόλους, όπως η «δημιουργική ελευθερία» και η «ευθύνη», η πειθαρχία και η ενέργεια ή η ματιά προς το μέλλον και ο σεβασμός προς την παράδοση, στον τρέχοντα δημόσιο διάλογο για τον πολιτισμό, και πιο συγκεκριμένα για τη φύση και το χώρο των Δυτικών και των Αφροαμερικανικών μουσικών παραδόσεων στις ΗΠΑ. Το πιο πρόσφατο μουσικό σύνολό του, με έδρα τη Νέα Υόρκη, φέρνει σε αυτό το διάλογο μια φωνή που είναι φρέσκια και δυνατή, μια καινούργια φωνή που είναι πάντα όμως διαποτισμένη από το κύρος ενός ώριμου δεξιοτέχνη.
Ο Μπράξτον είναι επίσης καλλιτεχνικός διευθυντής του Tri-Centric Foundation, ενός νεοϋορκέζικου μη-κερδοσκοπικού οργανισμού που περιλαμβάνει στις τάξεις του ένα μουσικό σύνολο περίπου 38 ατόμων, τέσσερις έως οχτώ τραγουδιστές, καθώς και καλλιτέχνες βίντεο γραφικών, που έχουν συγκεντρωθεί εκεί για να ερμηνεύουν τις συνθέσεις του.
περισσότερα:
Μουσική
Remember Shakti
Στέγη
Μουσική, Θέατρο
"Luna park" - Γιώργος Απέργης
Στέγη
Μουσική
Μέρες Επιταφίου
Στέγη
Μουσική
InMute Festival 2013
Στέγη
Μουσική
Συγκατοίκηση
Στέγη
Μουσική
American Beauty
Στέγη