Φωτογραφία: Αλεξάνδρα Νιάκα

Η “Chimæra” είναι μια εμβυθιστική διαδραστική εμπειρία. Το κοινό περιηγείται σε ένα περιβάλλον που έχει δημιουργηθεί από χωρικές ηχογραφήσεις των θαμμένων ποταμών της Αθήνας και αλληλεπιδρά μαζί του. Καθώς το τοπίο βυθίζεται σταδιακά στο νερό, μεταμορφώνεται στην περιοχή της μετα-πλημμυρικής Θεσσαλίας, όπου οι αναμνήσεις των τόπων που χάθηκαν από το νερό εξιστορούνται μέσω ψηφιακής περφόρμανς.

Το πρότζεκτ αυτό πηγάζει από την επιθυμία μου να εξερευνήσω τις κρυφές πραγματικότητες της Αθήνας, ιδίως τα θαμμένα ποτάμια της και τις βυθισμένες πτυχές του αστικού τοπίου που λειτουργούν ως σύμβολα χαμένης παράδοσης και πολιτισμικής αφομοίωσης. Η έρευνα στοχεύει να αναδείξει τον τρόπο με τον οποίο το νερό λειτουργεί ως δοχείο πολιτισμικής μνήμης, αντιπροσωπεύοντας τις παλιρροϊκές κινήσεις του ανθρώπινου πολιτισμού. Αυτή η έννοια αντικατοπτρίζεται στις κρυφές ιστορίες των κατοίκων της Αθήνας, πολλοί από τους οποίους απέκρυψαν το αγροτικό παρελθόν και τις παραδόσεις τους όταν βρέθηκαν αντιμέτωποι με την αστικοποίηση. Υπογραμμίζοντας τη σημασία του νερού ως φορέα συλλογικής συνείδησης που μεταφέρει μύθους, θρύλους και ιστορίες γενεών, η “Chimæra” επιδιώκει να αποκαλύψει τα κρυφά πολιτισμικά και ιστορικά τοπία της Αθήνας και της Θεσσαλίας, προτείνοντας έναν παραλληλισμό ανάμεσα στα κρυμμένα ποτάμια και στις θαμμένες μνήμες των κατοίκων τους.

Ο βασικός στόχος της “Chimæra” είναι η αναδημιουργία ενός τοπίου που εξελίσσεται, ανταποκρινόμενο τόσο στην περιβαλλοντική ιστορία όσο και στην αλληλεπίδραση με το κοινό. Το πρότζεκτ παραπέμπει σε καταστροφικές πλημμύρες, ιδιαίτερα σε εκείνες στη Θεσσαλία που αφάνισαν ολόκληρους οικισμούς, για να δημιουργήσει ένα τοπίο που σταδιακά βυθίζεται στο νερό. Αυτή η μεταμόρφωση αποτελεί μια αναφορά στη μυθολογία του θεσσαλικού κάμπου, σύμφωνα με την οποία μια φορά το χρόνο οι νεκροί επιστρέφουν κοντά σε περιοχές με νερό, για να μοιραστούν ιστορίες από το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον.

Σε αυτό το υποβρύχιο τοπίο κάνουν την εμφάνισή τους ψηφιακά άβαταρ καλλιτεχνών περφόρμανς που καθοδηγούν το κοινό μέσα σε διάφορα, μπλεγμένα μεταξύ τους, τοπία της θεσσαλικής εικονοποιίας, η οποία περιλαμβάνει χωριά, χωράφια, παραδοσιακά υφάσματα, φορεσιές, καθώς και την τοπική αρχιτεκτονική. Αυτά τα άβαταρ, τα οποία παραπέμπουν σε ιστορικές προσωπικότητες της περιοχής, αναδύονται μέσα από το νερό για να αφηγηθούν ιστορίες που συνδέονται με το παρελθόν και τα έθιμα της περιοχής. Συνδυάζοντας φορεσιές που έχουν σκαναριστεί, τεχνικές καταγραφής κίνησης και ογκομετρικής καταγραφής, τα άβαταρ ζωντανεύουν και δημιουργούν ένα κιναισθητικό αποτύπωμα, σαν απόηχο των, από καιρό νεκρών, αφηγητών του μύθου.

Η τεχνική υποδομή της “Chimæra” αξιοποιεί προηγμένες ψηφιακές τεχνικές για τη δημιουργία μιας διαδραστικής και μεταβαλλόμενης εμπειρίας. Το περιβάλλον είναι μια σύνθεση από 3D scan και πρότυπα που έχουν δημιουργηθεί με τη χρήση τεχνητής νοημοσύνης, παρέχοντας ένα πλούσιο, ανάγλυφο τοπίο το οποίο εξελίσσεται σε πραγματικό χρόνο. Αισθητήρες και συσκευές βυθομέτρησης παρακολουθούν τις κινήσεις και τις αντιδράσεις του κοινού, προσαρμόζοντας δυναμικά το ψηφιακό περιβάλλον. Κάμερες καταγράφουν λεπτομερώς τον τρόπο που ανταποκρίνεται το κοινό, διασφαλίζοντας ότι η εμπειρία είναι βαθιά προσωπική και μοναδική για κάθε συμμετέχοντα και συμμετέχουσα.

Τελικά, η “Chimæra” είναι μια εξερεύνηση της σχέσης μεταξύ του κρυμμένου πολιτισμού και τοπίου, τα οποία διαμορφώνονται εξίσου από την ανθρώπινη δράση. Προσκαλεί το κοινό να προβληματιστεί σχετικά με την κυκλική φύση της ύπαρξης και τη συνεχή αλληλεπίδραση μεταξύ παρελθόντος και παρόντος, πόλης και υπαίθρου, ορατού και κρυμμένου. Μέσω αυτής της εμβυθιστικής εμπειρίας, η “Chimæra” στοχεύει να φτιάξει ένα μωσαϊκό της ανθρώπινης εμπειρίας, εμπλουτισμένο από τη ροή της μνήμης και από τις ιστορίες που φέρνει μαζί του ο χρόνος, καθώς κυλά αδιάκοπα.

Διαβάστε περισσότερα