Βιογραφικά καλλιτεχνών - For Ever More Images?

Adam Broomberg και Oliver Chanarin

Aντιμετωπίζοντας την πολιτική, τη θρησκεία, τον πόλεμο και την ιστορία, οι Broomberg & Chanarin διανοίγουν τα ρήγματα που συνδέονται με τις ανάλογες εικόνες και δημιουργούν νέες αποκρίσεις και διόδους προς την κατανόηση της ανθρώπινης κατάστασης. Εκπαιδευμένοι ως φωτογράφοι, δουλεύουν πλέον σε διάφορα μέσα. Στο έργο “The Day Nobody Died” (Η μέρα που δεν πέθανε κανείς) (2008), συνοδεύοντας τον βρετανικό στρατό στο Αφγανιστάν (και έχοντας ως εκ τούτου ελεγχόμενη πρόσβαση στην πρώτη γραμμή), αμφισβήτησαν το φωτορεπορτάζ με μια παράλογη, εννοιολογική απόκρουση: μια σειρά αφηρημένων εξάμετρων λωρίδων από φωτογραφικό χαρτί εκτεθειμένο στον ήλιο για είκοσι δευτερόλεπτα. Μέσα από την επίπονη αποκατάσταση ευρεθέντων αντικειμένων ή εικόνων –όπως για παράδειγμα το από καιρό χαμένο σκηνικό της ταινίας “Catch-22” που ξεθάφτηκε από τους καλλιτέχνες στο Μεξικό για το έργο τους Dodo (2014)– οι Broomberg & Chanarin επιτελούν ενός είδους αρχαιολογία ή εξορκισμό των αισθητικών και ιδεολογικών κατασκευών που βρίσκονται πίσω από τα αποδεκτά σχήματα λόγου του οπτικού πολιτισμού, εκθέτοντας τα θεμέλιά του σε νέες ερμηνείες. Η γλώσσα και η λογοτεχνία διαδραματίζουν όλο και σημαντικότερο ρόλο στην πολύπλευρη δουλειά τους, από τις φιλοσοφικές βάσεις του «Εγχειριδίου Πολέμου» του Μπέρτολτ Μπρεχτ μέχρι τα ιερά κείμενα της ίδιας της Αγίας Γραφής – και τα δύο βιβλία έχουν μεταποιηθεί και αναδημιουργηθεί από τους καλλιτέχνες στο δικό τους διφορούμενο, μαχητικό ύφος.

Ο Adam Broomberg (γεννημένος το 1970, Γιοχάνεσμπουργκ, Νότια Αφρική) και ο Oliver Chanarin (γεννημένος το 1971, Λονδίνο, Ηνωμένο Βασίλειο) είναι καλλιτέχνες που ζουν και εργάζονται στο Λονδίνο. Είναι καθηγητές φωτογραφίας στη Hochschule für bildende Künste (HFBK) στο Αμβούργο της Γερμανίας και στη Βασιλική Ακαδημία Τέχνης (KABK) στη Χάγη της Ολλανδίας. Μαζί παρουσίασαν πολυάριθμες ατομικές εκθέσεις σε ιδρύματα όπως τα: Kettle’s Yard, Κέμπριτζ, Ηνωμένο Βασίλειο (2018)· Centre Pompidou, Παρίσι, Γαλλία (2018)· Hasselblad Foundation, Γκέτεμποργκ, Σουηδία (2017)· C/Ο Berlin, Βερολίνο, Γερμανία (2016)· Baltimore Museum of Art, Βαλτιμόρη, ΗΠΑ (2016)· Centre for Contemporary Art Ujazdowski Castle, Βαρσοβία, Πολωνία (2015)· The Freud Museum, Λονδίνο, Ηνωμένο Βασίλειο (2015)· ICA Studio, Λονδίνο, Ηνωμένο Βασίλειο (2015)· Jumex Foundation, Πόλη του Μεξικού, Μεξικό (2014)· FotoMuseum, Αμβέρσα, Βέλγιο (2014)· MOSTYN, Llandudno, Ηνωμένο Βασίλειο (2014)· Townhouse, Κάιρο, Αίγυπτος (2010)· Musée de l’Elysée, Λοζάνη, Ελβετία (2009) και Stedelijk Museum, Άμστερνταμ, Ολλανδία (2006). Έχουν συμμετάσχει στο British Art Show 8 (2015-2017) και στην έκθεση “Conflict, Time, Photography” στην Tate Modern, Λονδίνο, Ηνωμένο Βασίλειο (2015), καθώς και σε άλλες ομαδικές εκθέσεις θεσμών όπως οι: Museum Folkwang, Έσεν, Γερμανία (2015)· Shanghai Biennale, Κίνα (2014)· MoMA, Νέα Υό​ρκη, ΗΠΑ (2014)· Tate Britain, Λονδίνο, Ηνωμένο Βασίλειο (2014)· Mathaf Arab Museum of Modern Art, Ντόχα, Κατάρ (2013)· Gwanju Biennale, Νότια Κορέα (2012) και KW Institute for Contemporary Art, Βερολίνο, Γερμανία (2011). Έργα τους συμπεριλαμβάνονται σε μεγάλες δημόσιες και ιδιωτικές συλλογές όπως των Tate, MoMA, Stedelijk, V&A, International Center of Photography, Musée de l’Élysée, Art Gallery of Ontario και Cleveland Museum of Art. Έχουν κερδίσει σημαντικά βραβεία όπως το βραβείο ICP Infinity (2014) για τα έργα “Holy Bible” και “War Primer 2”, το Βραβείο Φωτογραφίας Deutsche Börse (2013) και το Βραβείο Photo Text Book στο Φεστιβάλ Φωτογραφίας της Αρλ (2018).

Forensic Architecture

Το Forensic Architecture (FA) είναι ένα ερευνητικό κέντρο που εδρεύει στο Πανεπιστήμιο Goldsmiths του Λονδίνου και αποτελείται από άτομα που δραστηριοποιούνται στα πεδία της αρχιτεκτονικής, της τέχνης, του κινηματογράφου, της δημοσιογραφίας, της ανάπτυξης λογισμικού, των θετικών επιστημών και της δικηγορίας, και συμπεριλαμβάνει ένα εκτεταμένο δίκτυο συνεργατών και συνεργατριών από μια ευρεία γκάμα άλλων κλάδων και τομέων. Το FA, που ιδρύθηκε το 2010 από τον καθηγητή Eyal Weizman, αφοσιώνεται στην ανάπτυξη και διάδοση νέων τεχνικών εύρεσης αποδεικτικών στοιχείων και αναλαμβάνει προηγμένες έρευνες που αξιοποιούν εργαλεία της αρχιτεκτονικής και των μίντια εξ ονόματος διεθνών εισαγγελέων, ομάδων της κοινωνίας των πολιτών και ανθρωπίνων δικαιωμάτων, καθώς και οργανισμών πολιτικής και περιβαλλοντικής δικαιοσύνης, όπως η Διεθνής Αμνηστία, το Human Rights Watch, το B’tselem, το Γραφείο Διερευνητικής Δημοσιογραφίας και ο ΟΗΕ, μεταξύ άλλων.

Η «εγκληματολογική αρχιτεκτονική» (forensic architecture) είναι επίσης ένας αναδυόμενος ακαδημαϊκός κλάδος που αναφέρεται στην παραγωγή και παρουσίαση αρχιτεκτονικών αποδεικτικών στοιχείων σε νομικά φόρουμ, συμπεριλαμβανομένων των δικαστηρίων, για σκοπούς υπεράσπισης. Τόσο η «εγκληματολογία» όσο και η «αρχιτεκτονική» αναφέρονται σε ήδη καθιερωμένα πειθαρχικά πλαίσια. Συνδυαζόμενες οι δύο επιστήμες, αλλάζουν το νόημα η μία της άλλης, δημιουργώντας μια διαφορετική πρακτική. Ενώ η αρχιτεκτονική στρέφει την προσοχή της εγκληματολογίας σε κτίρια, σε λεπτομέρειες, σε πόλεις και τοπία, και προσθέτει μια αναγκαία μέθοδο έρευνας, η εγκληματολογία μετατρέπει την αρχιτεκτονική σε ερευνητική πρακτική και απαιτεί από τους/τις αρχιτέκτονες να δίνουν ιδιαίτερη σημασία στην υλικότητα του δομημένου περιβάλλοντος και στην αναπαράστασή του μέσω δεδομένων και μέσων επικοινωνίας.

Η αναγκαιότητα της εγκληματολογικής αρχιτεκτονικής ως πρακτικής προκύπτει από το γεγονός ότι οι σύγχρονες συγκρούσεις λαμβάνουν χώρα ολοένα και συχνότερα μέσα σε αστικές περιοχές: τα σπίτια και οι γειτονιές γίνονται στόχοι και οι περισσότερες απώλειες αμάχων προκύπτουν σε πόλεις και κτίρια. Σημαντικά αποδεικτικά στοιχεία δημιουργούνται πλέον σε μια κλίμακα άνευ προηγουμένου, τόσο από πολίτες όσο και από συμμετέχοντες σε συγκρούσεις, και κυκλοφορούν ευρέως σε κοινωνικές πλατφόρμες δικτύωσης ή στα κυρίαρχα μέσα ενημέρωσης.

Μπορεί αυτές οι εξελίξεις να συνέβαλαν στην ανάδειξη της πολυπλοκότητας των μορφών σύγκρουσης και ελέγχου, αλλά επέτρεψαν επίσης και τη δημιουργία νέων μέσων παρακολούθησης. Δεδομένου ότι τα αστικά πεδία μάχης γίνονται όλο και πιο πυκνά και περίπλοκα περιβάλλοντα δεδομένων και μίντια, το FA θεωρεί ότι η ανάλυση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων πρέπει να ανταποκρίνεται και να εμπλέκεται ενεργά στις προκλήσεις των νέων μέσων επικοινωνίας και ενημέρωσης και των συμμετοχικών και open-source αποδεικτικών στοιχείων που παράγονται από πολίτες.

Με βάση τη χρήση της αρχιτεκτονικής ως μεθοδολογικής και αναλυτικής συσκευής, με την οποία μπορούν να διερευνηθούν τόσο οι ένοπλες συγκρούσεις και η καταστροφή του περιβάλλοντος όσο και πολιτικοί αγώνες, οι νέες μορφές έρευνας του Forensic Architecture διασταυρώνουν πολλαπλές πηγές στοιχείων χρησιμοποιώντας χωρική ανάλυση, τηλεανίχνευση (remote-sensing), χαρτογράφηση και αναπαράσταση, και επεκτείνονται ευρύτερα για να ενισχύσουν στοιχεία από καταθέσεις μαρτύρων και να επικαλύψουν τις σωρευτικές μορφές οπτικής τεκμηρίωσης που επιτρέπουν τα σύγχρονα μέσα.

Τα εργαλεία και οι τεχνικές που αναπτύσσονται από το FA για την ανάλυση και την παρουσίαση κρατικών και εταιρικών παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε όλο τον κόσμο περιλαμβάνουν τη μοντελοποίηση δυναμικών γεγονότων καθώς εκτυλίσσονται σε χώρο και χρόνο, δημιουργώντας πλοηγήσιμες 3D μακέτες και βιντεο-αναπαραστάσεις περιβαλλόντων που βρίσκονται σε σύγκρουση και συλλαμβάνοντας διαδραστικές χαρτογραφίες σε αστική ή αρχιτεκτονική κλίμακα. Το Κέντρο αναπτύσσει επίσης λογισμικό ανοικτού κώδικα που διευκολύνει τη συλλογική έρευνα μαζί με τις ομάδες των θυμάτων και άλλους εμπλεκόμενους φορείς.

Δικαιούχοι της έρευνας του FA είναι τα θύματα παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, οι κοιν​ότητες που κινδυνεύουν σε ζώνες συγκρούσεων, οι οργανώσεις εκπροσώπησής τους ή οργανισμοί που συνηγορούν ή διώκουν για λογαριασμό τους. Το FA παρουσιάζει τα αποδεικτικά τους στοιχεία σε μορφή κειμένου, βίντεο ή/και άλλων διαδραστικών μέσων, για να επικοινωνήσει σύνθετες παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων με πειστικό, ακριβή και προσβάσιμο τρόπο, κρίσιμο για την απόδοση ευθυνών.

Τα τελευταία χρόνια, το Forensic Architecture ανέλαβε, μαζί με ή για λογαριασμό των θυμάτων, μια σειρά από έρευνες διεθνώς που αφορούν κρατικά εγκλήματα και παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, καλύπτοντας γεγονότα από εγκλήματα πολέμου μέχρι και περιπτώσεις άσκησης βίας με πολιτικό και φυλετικό κίνητρο ή τα θανατηφόρα αποτελέσματα των πολιτικών αδιαφορίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με τους μετανάστες στη Μεσόγειο. Αυτές οι έρευνες έχουν οδηγήσει στην αμφισβήτηση των εκθέσεων γεγονότων που δίνουν οι κρατικές αρχές, επηρεάζοντας νομικές διαδικασίες και διαδικασίες διεκδίκησης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ενεργοποιώντας δικαστήρια αποτελούμενα από πολίτες και επιτροπές αλήθειας, καθώς και στρατιωτικές και κοινοβουλευτικές έρευνες ή έρευνες του ΟΗΕ. Μέσω αυτών των φόρουμ, η ανάλυση του FA έχει παράσχει μοναδικά και καθοριστικά στοιχεία για περιστατικά στα οποία άλλες μέθοδοι δεν θα ήταν αρκετές.

Μέσω των λεπτομερών και κριτικών ερευνών του, το Forensic Architecture παρουσιάζει πώς παράγεται η δημόσια αλήθεια –τεχνολογικά, αρχιτεκτονικά και αισθητικά– και πώς μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να έρθει αντιμέτωπη με την εξουσία και να αποκαλύψει νέες μορφές κρατικής βίας.

Natalie Bookchin

Το έργο της καλλιτέχνιδας Natalie Bookchin εκθέτει κοινωνικές πραγματικότητες κάτω από την επιφάνεια της σύγχρονης ζωής που βιώνεται υπό τη λάμψη και τη σκιά του Διαδικτύου.

Οι ταινίες και οι εγκαταστάσεις της έχουν εκτεθεί σε όλο τον κόσμο, σε χώρους όπως το MoMA, το LACMA, το PS1, το Mass MOCA, το Walker Art Center, το Centre Pompidou, το MOCA LA, το Whitney Museum, η Tate και το Creative Time. Έχει λάβει πολυάριθμες υποτρ​οφίες και βραβεία, μεταξύ των οποίων από το Creative Capital, το California Arts Council, το Ίδρυμα Guggenheim, το Ίδρυμα Durfee, το Ίδρυμα Rockefeller, το California Community Foundation, το Ίδρυμα Daniel Langlois, το COLA Artist Fellowship, το Center for Cultural Innovation, το Ίδρυμα MacArthur, το NYSCA Individual Artist Fellowship, το NYFA Opportunity Grant και, πρόσφατα, ένα βραβείο NYSCA/MAAF, μεταξύ άλλων.

Η Bookchin είναι καθηγήτρια των μέσων επικοινωνίας και διευθύντρια των μεταπτυχιακών σπουδών στο τμήμα Τέχνης και Design στο Mason Gross School of Arts στο Πανεπιστήμιο Rutgers. Ζει στο Μπρούκλιν.

James Bridle

Ο James Bridle είναι καλλιτέχνης και συγγραφέας, με πρακτική που διατρέχει ποικίλες τεχνολογίες και κλάδους. Τα έργα τέχνης και οι εγκαταστάσεις του έχουν εκτεθεί στην Ευρώπη, τη Βόρεια και Νότια Αμερική και την Ασία και ο ίδιος έχει συνεργαστεί με θεσμούς όπως το Victoria & Albert Museum, το Barbican, το Artangel, η Τριενάλε Αρχιτεκτονικής του Όσλο, η Μπιενάλε Design της Κωνσταντινούπολης, το Ars Electronica, το Japan Media Arts Festival και το Design Museum του Λονδίνου. Κείμενά του για τη λογοτεχνία, τον πολιτισμό και τα δίκτυα έχουν εμφανιστεί σε έντυπη και ηλεκτρονική μορφή σε διάφορα περιοδικά και εφημερίδες, συμπεριλαμβανομένων των “Frieze”, “Wired”, “Domus”, “Cabinet”, “The Atlantic”, “New Statesman” και πολλών άλλων. Είναι επίσης συγγραφέας μιας τακτικής στήλης για την εφημερίδα “Observer”. Το βιβλίο του “New Dark Age” (Ο νέος μεσαίωνας) για την τεχνολογία, τη γνώση και το τέλος του μέλλοντος κυκλοφόρησε το 2018 από τη Verso (ΗΠΑ και Ηνωμένο Βασίλειο). Δίνει συχνά διαλέξεις στο ραδιόφωνο, σε συνέδρια, σε πανεπιστήμια και σε άλλες εκδηλώσεις, συμπεριλαμβανομένων των SXSW, Lift, Global Art Forum, Re:Publica και TED. Υπήρξε φιλοξενούμενος καλλιτέχνης στο Lighthouse στο Μπράιτον, στο White Building στο Λονδίνο και στο Eyebeam στη Νέα Υό​ρκη, και φιλοξενούμενος καθηγητής στο Πρόγραμμα Διαδραστικών Τηλεπικοινωνιών στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης (NYU). Το έργο του βρίσκεται στο jamesbridle.com.

Cameron Wilson

Ο Cameron-James Wilson είναι βρετανός φωτογράφος μόδας και εικαστικός καλλιτέχνης με πάνω από μια δεκαετία εμπειρίας στον κλάδο. Αναζητώντας έμπνευση σε ένα νέο μέσο, ο Wilson άρχισε να πειραματίζεται με 3D μοντέλα και CGI και δημιούργησε το Shudu –το πρώτο ψηφιακό supermodel του κόσμου. Από τότε ίδρυσε το The Diigitals, ένα γραφείο (αποκλειστικά ψηφιακών) μοντέλων μόδας, που δημιουργήθηκε για να αποδείξει τις δυνατότητες του 3D μόντελινγκ και να παρουσιάσει την εφαρμογή του για πρωτοποριακές μάρκες. Μέσα από τη δουλειά του, ο Wilson ελπίζει να υποστηρίξει τη διαφορετικότητα τόσο στον χώρο της μόδας όσο και στον ψηφιακό κόσμο και να συνεργαστεί με δημιουργούς από αναδυόμενες οικονομίες και υποεκπροσωπούμενες κοιν​ότητες.

Harun Farocki

Ο Harun Farocki (1944-2014) γεννήθηκε στην –προσαρτημένη στη Γερμανία– Τσεχοσλοβακία. Από το 1966 έως το 1968 σπούδασε στο Deutsche Film- und Fernsehakademie Berlin (DFFB). Εκτός από κάτοχος καθηγητικών θέσεων στο Βερολίνο, στο Ντίσελντορφ, στο Αμβούργο, στη Μανίλα, στο Μόναχο και στη Στουτγάρδη, ήταν επισκέπτης καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας στο Μπέρκλεϊ.

Ο Farocki δημιούργησε περίπου 120 ταινίες, συμπεριλαμβανομένων ταινιών μεγάλου μήκους, ταινιών-δοκιμίου και ντοκιμαντέρ. Συνεργάστηκε επίσης με άλλους κινηματογραφιστές ως σεναριογράφος, ηθοποιός και παραγωγός. Το 1976 σκηνοθέτησε τα θεατρικά έργα “The Battle” και “Tractor Together” του Heiner Müller, μαζί με τον Hanns Zischler στη Βασιλεία της Ελβετίας.

Έχει γράψει κείμενα για ποικίλες εκδόσεις και από το 1974 ως το 1984 ήταν συντάκτης και συγγραφέας του περιοδικού “Filmkritik”. Το έργο του έχει παρουσιαστεί σε πολλές εκθέσεις στη Γερμανία και διεθνώς και σε διάφορες εγκαταστάσεις σε γκαλερί και μουσεία.

Joan Fontcuberta

Για περισσότερες από τέσσερις δεκαετίες παραγωγικής αφοσίωσης στη φωτογραφία, ο Joan Fontcuberta (Βαρκελώνη, 1955) έχει αναπτύξει μια καλλιτεχνική και θεωρητική δραστηριότητα που επικεντρώνεται στις συγκρούσεις μεταξύ φύσης, τεχνολογίας, φωτογραφίας και αλήθειας και διερευνά την τεκμηριωτική και αφηγηματική διάσταση της φωτογραφίας και των σχετικών μέσων.

Ατομικές εκθέσεις του έχουν παρουσιαστεί στο MoMA (Νέα Υόρκη, 1988), στο Art Institute of Chicago (Σικάγο, 1990), στο IVAM (Βαλένθια, 1992), στο MNAC (Βαρκελώνη, 1999), στο Maison Européenne de la Photographie (Παρίσι, 2014), στο Science Museum (Λονδίνο, 2014), στο Museum Angewandte Kunst (Φρανκφούρτη, 2015) και στο Museo de Arte del Banco de la República (Μπογκοτά, 2016), μεταξύ άλλων. Εκτός από τα ιδρύματα αυτά, τα έργα τέχνης του έχουν ενταχθεί στις συλλογές του Metropolitan Museum of Art (Νέα Υόρκη), του San Francisco MoMA, του Museum of Fine Arts (Χιούστον), του Center for Creative Photography (Tucson), του George Eastman House (Ρότσεστερ), της National Gallery of Art (Οτάβα), του Folkwang Museum (Έσεν), του Centre Pompidou (Παρίσι), του Stedelijk Museum (Άμστερνταμ), του MACBA (Βαρκελώνη), του MNCARS (Μαδρίτη) και άλλων.

Έχει συγγράψει δώδεκα βιβλία σχετικά με πτυχές της ιστορίας, της αισθητικής και της επιστημολογίας της φωτογραφίας. Το τελευταίο εκδόθηκε το 2016 και τιτλοφορείται “The Fury of Images: Notes on Postphotography” (Η οργή των εικόνων: Σημειώσεις για τη μεταφωτογραφία).

Το 1994 διορίστηκε Αξιωματικός του Τάγματος Τεχνών και Γραμμάτων του Υπουργείου Πολιτισμού της Γαλλίας. Το 1998 του απονεμήθηκε το Εθνικό Βραβείο Φωτογραφίας από το Υπουργείο Πολιτισμού της Ισπανίας. Το 2011 έλαβε το Εθνικό Βραβείο Εικαστικών Τεχνών από την Καταλανική Κυβέρνηση και το Εθνικό Βραβείο Θεωρητικού Δοκιμίου από το Υπουργείο Πολιτισμού της Ισπανίας. Το 2013 του απονεμήθηκε το διεθνές Βραβείο Hasselblad.

Μαρία Μαυροπούλου
Η Μαρία Μαυροπούλου γεννήθηκε το 1989 και ζει και εργάζεται στην Αθή​να. Έχει ολοκληρώσει τις προπτυχιακές και μεταπτυχιακές της σπουδές στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας το 2014 και το 2018 αντίστοιχα. Σπούδασε ζωγραφική και γλυπτική, αν και το κύριο μέσο της είναι η φωτογραφία.

Χαρακτηριστικό των εικόνων της είναι η οριακότητα μεταξύ αληθοφάνειας και αναξιοπιστίας, δυνατότητας και αδυνατότητας, τυχαιότητας και κατασκευής. Παίζοντας με τις αντιληπτικές ικανότητες των θεατών, αμφισβητεί τον ρόλο και τη δύναμη της φωτογραφίας σε μια εποχή που κυριαρχείται από αυτήν.

Από το 2014 είναι μέλος της συλλογικότητας καλλιτεχνών Depression Era, που ενοικούν στα αστικά και κοινωνικά τοπία της κρίσης στην Ελλάδα.

Το έργο της έχει παρουσιαστεί σε εκθέσεις στην Ελλάδα και στο εξωτερικό και έχει δημοσιευθεί σε πολλά περιοδικά.

Πάνος Μαζαράκης

O Πάνος Μαζαράκης γεννήθηκε στην Αθή​να το 1989. Σπούδασε κοινωνιολογία στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου και φωτογραφία-βίντεο στη σχολή Focus.Το 2017 επιλέχθηκε να παρουσιάσει τη δουλειά του στα πλαίσια του Athens Photo Festival στην κατηγορία Νέοι Έλληνες Φωτογράφοι. Έργα του έχουν παρουσιαστεί σε ομαδικές εκθέσεις φωτογραφίας και video art σε Ευρώπη, Ασία και Αμερική.

Rabih Mroué
Ο Rabih Mroué γεννήθηκε στη Βηρυτό και σήμερα ζει στο Βερολίνο. Είναι θεατρικός σκηνοθέτης, ηθοποιός, εικαστικός καλλιτέχνης και θεατρικός συγγραφέας. Είναι τακτικός συντάκτης του περιοδικού “TDR: The Drama Review” (Νέα Υόρκη) και συνιδρυτής του Beirut Art Center (BAC).

Από το 2012 ως το 2015 ήταν μέλος του International Research Center: Interweaving Performance Cultures του Freie Universität στο Βερολίνο. Συνεργάζεται με το Münchner Kammerspiele (Μόναχο) ως θεατρικός σκηνοθέτης.

Στα έργα του περιλαμβάνονται τα: “Sand in the Eyes” (2017), “Rima Kamel”(2017), “Ode to Joy” (2015), “Riding on a Cloud” (2013), “33 RPM and a Few Seconds” (2012), “The Pixelated Revolution” (2012), “The Inhabitants of Images” (2008) και “Who’s Afraid of Representation” (2005).

Έχει πραγματοποιήσει παραστάσεις και συμμετάσχει σε εκθέσεις διεθνώς, συμπεριλαμβανομένης της dOCUMENTA (13) στο Κάσελ και της ICP Triennial στο MoMa της Νέας Υόρκης, και σε θεσμούς όπως το CA2M Centro de Arte Dos de Mayo στη Μαδρίτη, το Centre Pompidou στο Παρίσι και το SALT στην Κωνσταντινούπολη, μεταξύ άλλων.

Penelope Umbrico
Η Penelope Umbrico χρησιμοποιεί στις εγκαταστάσεις, στα βίντεο και στα ψηφιακά έργα της τους ιστοτόπους κοινής χρήσης φωτογραφιών και τους ιστοτόπους καταναλωτή-προς-καταναλωτή (consumer-to-consumer) ως αρχεία για να εξερευνήσει την παραγωγή και την κατανάλωση εικόνων. Η δουλειά της μετακινείται μεταξύ παραγωγού και καταναλωτή, τοπικού και παγκόσμιου, ατομικού και συλλογικού, δίνοντας ιδιαίτερη προσοχή στις τεχνολογίες που παράγουν (και αναπαράγονται από) αυτές τις δυνάμεις. Το έργο της Umbrico έχει παρουσιαστεί σε ιδρύματα όπως τα: MoMA PS1, Νέα Υόρκη· MoMA, Νέα Υόρκη· MassMoCA, Μασαχουσέτη· San Francisco ΜοΜΑ, Καλιφόρνια· Milwaukee Art Museum, Γουισκόνσιν· Art Museum Gosta, Φινλανδία· Foto Colectania, Βαρκελώνη· The Photographers’ Gallery, Λονδίνο· Daegu Photography Biennale, Κορέα· Pingyao International Photography Festival, Κίνα· Kunstverein Ludwigshafen, Γερμανία· Rencontres d’Arles, Γαλλία· Gallery of Modern Art, Μπρίσμπεϊν, Αυστραλία, μεταξύ άλλων. Έχει λάβει πολλά βραβεία και υπο​τροφίες από θεσμούς όπως το Ίδρυμα Guggenheim, το Sharpe-Walentas Studio, το Smithsonian, το New York Foundation of the Arts και το Anonymous Was a Woman. Οι μονογραφίες της έχουν δημοσιευθεί από το Aperture (Νέα Υόρκη) και το RVB Books (Παρίσι).
Jon Rafman

Ο Jon Rafman γεννήθηκε το 1981 στο Μόντρεαλ του Καναδά. Σπούδασε φιλοσοφία και λογοτεχνία στο Πανεπιστήμιο McGill στο Μόντρεαλ και καλές τέχνες στη Σχολή του Ινστιτούτου Καλών Τεχνών του Σικάγο (SAIC). Το έργο του διερευνά τις επιπτώσεις της τεχνολογίας στη σύγχρονη συνείδηση, ενσωματώνοντας το πλούσιο λεξιλόγιο των εικονικών κόσμων για να δημιουργήσει ποιητικές αφηγήσεις που εμπλέκονται κριτικά με το παρόν.

Πρόσφατες ατομικές εκθέσεις του Rafman περιλαμβάνουν τις: “The Mental Traveler”, Fondazione Modena Arti Visive, Μόδενα (2018)· “Dream Journal 16'-17'”, Sprueth Magers, Βερολίνο (2017)· “I Have Ten Thousand Compound Eyes and Each is Named Suffering”, Stedelijk Museum, Άμστερνταμ (2016)· Westfälischer Kunstverein, Μίνστερ (2016)· Musée d’art Contemporain de Montréal, Μόντρεαλ (2015)· The Zabludowicz Collection, Λονδίνο (2015). Τα έργα του έχουν παρουσιαστεί σε εξέχουσες διεθνείς ομαδικές εκθέσεις, μεταξύ των οποίων οι: “Leonard Cohen: A Crack in Everything”, Musée d’Art Contemporain de Montréal, Μόντρεαλ (2017)· K11 Art Shanghai (2017)· “Suspended Animation, Les Abattoirs”, Τουλούζη (2017)· Sharjah Biennial (2017)· Berlin Biennial 9 (2016)· Manifesta Biennial for European Art 11 (2016)· “The Future of Memory”, Kunsthalle Wien (2015)· “Speculations on Anonymous Materials”, Fridericianum, Κάσελ (2015)· Biennale de Lyon (2015). Πρόσφατα, δημιούργησε βίντεο για την παραγωγή της όπερας “Bomarzo” του Albert Ginastera στο Teatro Real της Μαδρίτης (2017).

Mónika Sziládi

Η Mónika Sziládi χρησιμοποιεί τη φωτογραφία με βάση το φακό και το ψηφιακό φωτομοντάζ ως εργαλεία παρακολούθησης και αφομοίωσης των επιπτώσεων της τεχνολογίας στην ανθρώπινη συμπεριφορά. Το έργο της διερευνά το πώς η ασύρματη τεχνολογία μάς επηρεάζει ως κοινωνικά όντα μεταβάλλοντας τις φυσικές και εικονικές αλληλεπιδράσεις μας, και το πώς η ευκολία της λήψης και κοινής χρήσης φωτογραφιών επαναπροσδιόρισε τη σχέση μας με τις εικόνες, συμπεριλαμβανομένων και των εικόνων του ίδιου μας του εαυτού.

Η Sziládi γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Βουδαπέστη της Ουγγαρίας και ζει στη Νέα Υό​ρκη. Είναι κάτοχος MFA στη φωτογραφία από το Πανεπιστήμιο Yale (2010) και μεταπτυχιακού στην ιστορία της τέχνης και την αρχαιολογία από το Πανεπιστήμιο της Σορβόννης στο Παρίσι (1997). Ήταν φιλοξενούμενη καλλιτέχνιδα για το 2014-2015 στο Workspace του Lower Manhattan Cultural Council (Νέα Υόρκη), για το 2012-2013 στο Smack Mellon (Νέα Υό​ρκη) και για το 2008 στο Skowhegan (Μέιν). Έχει λάβει την υποτροφία Alice Kimball English Traveling Fellowship (2010), έχει διακριθεί στον Διαγωνισμό Φωτογραφίας του Philadelphia Museum of Art (2010), έχει κερδίσει τον τίτλο Juror’s Pick by Julie Saul and Alec Soth, Work-in-Progress Prize στα Daylight/CDS Photo Awards (2010), είναι παραλήπτης της υποτροφίας Humble Arts’ Fall 2012 New Photography Grant και του Center Awards Curator’s Choice (2015). Στις ατομικές της εκθέσεις περιλαμβάνονται οι “Wide Receivers & Tight Ends”, Smack Mellon, Νέα Υ​όρκη (2014) και “Wide Receivers”, Godot Galeria, Βουδαπέστη, Ουγγαρία (2010 και 2013). Επιλεγμένες ομαδικές εκθέσεις της περιλαμβάνουν τις: “Queens International”, Queens Museum, Νέα Υό​ρκη (2016)· “Ready for My Close-up”, Hagedorn Foundation Gallery, Ατλάντα (2013)· 31 Women in Art Photography, Hasted Kraeutler, Νέα Υ​όρκη (2012)· US Featured Exhibition, Flash Forward Festival, Τορόντο (2010)· “Market Forces”, Carriage Trade Gallery, Νέα Υό​ρκη και Galerie Erna Hecey, Βρυξέλλες (2009)· “Lost and Found”, Staatliche Kunsthalle, Μπάντεν-Μπάντεν, Γερμανία (2007)· “Point of Purchase”, DUMBO Arts Center, Νέα Υό​ρκη (2006).
Taryn Simon

Η Taryn Simon στρέφει την προσοχή μας σε οικεία συστήματα οργάνωσης –δεσμούς αίματος, γενεαλογίες, ποινικές έρευνες, ανθοσυνθέσεις– καθιστώντας ορατά τα περιγράμματα της εξουσίας που κρύβονται εντός τους. Ενσωματώνοντας μέσα που ποικίλουν (από τη φωτογραφία και τη γλυπτική ως το κείμενο, τον ήχο, την performance), κάθε ένα από τα έργα της διαμορφώνεται μέσα από χρόνια έρευνας και σχεδιασμού, συμπεριλαμβανομένης της απόκτησης πρόσβασης σε ιδρύματα τόσο διαφορετικά μεταξύ τους όσο το Υπουργείο Εσωτερικής Ασφάλειας των ΗΠΑ και η Playboy Enterprises, Inc.

Έργα της Simon έχουν παρουσιαστεί στα: Artangel, Λονδίνο (2018)· MassMoCA, Μασαχουσέτη (2018-2019)· Louisiana Museum of Modern Art, Humlebaek, Δανία (2016-2017)· Park Avenue Armory, Νέα Υ​όρκη (2016)· Albertinum, Δρέσδη (2016)· Galerie Rudolfinum, Πράγα (2016)· Garage Museum of Contemporary Art, Μόσχα (2016)· Jeu de Paume, Παρίσι (2015)· Ullens Center for Contemporary Art, Πεκίνο (2013)· MoMA, Νέα Υό​ρκη (2012)· Tate Modern, Λονδίνο (2011)· Neue Nationalgalerie, Βερολίνο (2011)· Whitney Museum of American Art, Νέα Υ​όρκη (2007). Επίσης, έργα της έχουν ενταχθεί στις συλλογές του Metropolitan Museum of Art, του MoMA, της Tate Modern, του Solomon R. Guggenheim Museum, του Centre Pompidou, του Kunstmuseum Lucerne και του Los Angeles County Museum of Art, και συμπεριλήφθηκαν στην 56η Μπιενάλε της Βενετίας (2015). Οι διακρίσεις της Simon περιλαμβάνουν το βραβείο Photo London Master of Photography και υποτροφία στη φωτογραφία από το Guggenheim Memorial Foundation.

Liam Young
Ο Liam Young είναι ένας υποθετικός αρχιτέκτονας που δραστηριοποιείται στους χώρους μεταξύ σχεδίου, φαντασίας και μέλλοντος. Είναι συνιδρυτής του Tomorrows Thoughts Today –ενός think tank για το μέλλον των πόλεων, που ασχολείται με τις τοπικές και παγκόσμιες επιπτώσεις των νέων τεχνολογιών– και του Unknown Fields, ενός νομαδικού ερευνητικού στούντιο που ταξιδεύει σε διάφορες αποστολές για να καταγράψει τις εκάστοτε αναδυόμενες συνθήκες όπως συμβαίνουν επιτόπου. Έχει καταξιωθεί τόσο στα καθιερωμένα όσο και στα (πιο εξειδικευμένα) αρχιτεκτονικά μέσα ενημέρωσης, συμπεριλαμβανομένων των BBC, NBC, Wired, Guardian, Time, και Dazed and Confused. Ο ίδιος έχει υπάρξει υποψήφιος για βραβείο BAFTA και το έργο του βρίσκεται σε συλλογές από ιδρύματα όπως το Metropolitan Museum of Art, το Victoria & Albert Museum και το MAAS στο Σίδνεϊ. Έχει διδάξει στην Architectural Association (AA) του Λονδίνου και στο Πανεπιστήμιο του Princeton και πλέον διαχειρίζεται το πρωτοποριακό μεταπτυχιακό πρόγραμμα «Μυθοπλασία και Ψυχαγωγία» στο SCI-Arc του Λος Άντζελες. Η αφηγηματική προσέγγιση του Young βρίσκεται ανάμεσα στο ντοκιμαντέρ και τη μυθοπλασία, καθώς επικεντρώνεται σε πρότζεκτ που στοχεύουν να αποκαλύψουν τις αόρατες συνδέσεις και τα συστήματα που κάνουν τον σύγχρονο κόσμο να λειτουργεί. Ο Young διαχειρίζεται τον χρόνο του μεταξύ της εξερεύνησης απομακρυσμένων τοπίων και της προτυποποίησης των μελλοντικών κόσμων που εξάγει από αυτά.