Τα Δάκρυα των Aδελφών του Φαέθοντος

Ως φως εν ύλη, ως διαφανής
χρυσός ο ήλεκτρος είναι ο τιμαλφής. —
Ότε απαίσιος δύναμις εμμανής,
φθονούσα τον Φαέθοντα, εκ κορυφής

τον κατεκρήμνισε των ουρανών,
αι αδελφαί του ήλθον μελανείμονες
εις το υγρόν του μνήμα, τον Ηριδανόν,
κ’ ημέραν, νύκτα έκλαιον αι τλήμονες.

Κ’ εθρήνουν μετ’ αυτών όλ’ οι θνητοί
την ματαιότητα ονείρων υψηλών.
Ω τύχη άσπλαγχνος, ω μοίρα μισητή,
έπεσεν ο Φαέθων εκ των νεφελών!

Εντός των ταπεινών μας εστιών
ας ζήσωμεν ολιγαρκείς και ποταποί·
εκβάλωμεν τους πόθους εκ των καρδιών,
ας παύση πάσα προς τον ουρανόν ροπή.

Έκλαιον πάντοτε αι δυστυχείς,
έκλαιον του Φαέθοντος αι αδελφαί,
κ’ επί εκάστης του Ηριδανού πτυχής
αντανεκλώντο αι ωχραί αυτών μορφαί.

Εν άκρα συγκινήσει τα σεπτά
δάκρυα των νυμφών εδέχετο η γη
και εθησαύριζεν. Ως δ’ έγιναν επτά
ημέραι, κ’ η ογδόη έλαμψεν αυγή,

εις αιωνίαν παρεδόθησαν
στιλπνότητα τα κλαύματά των τα πολλά
κ’ εις ήλεκτρον λαμπρόν μετεμορφώθησαν.
Ω λίθε εκλεκτέ! ω δάκρυα καλά!

Θρήνος γενναίος, θρήνος ζηλευτός,
μεστός αγάπης και μεστός μαρμαρυγής —
τίμιαι αδελφαί, με δάκρυα φωτός
εκλάψατε τον κάλλιστον νέον της γης.

Επιμέλεια Γ. Π. Σαββίδης. Από τα Αποκηρυγμένα, Ίκαρος 1983.
Αποκηρυγμένα

Τιμόλαος ο Συρακούσιος

επόμενο ποίημα