Ο Bεϊζαδές προς την Eρωμένην του

Σ’ αγαπώ... τι δε αν είσαι κόρη ταπεινού ψαρά
μη τα μάτια σου διά τούτο είναι ήττον λαμπερά,
μη το χέρι σου δεν είναι απ’ το γάλα πιό λευκόν,
και το σώμα σου χαρίτων έμπλεον ερωτικών;
Γένος, όνομα, τα πάντα λησμονώ ολοτελώς,
είμαι δούλος σου εμπροστά σου, του ηγεμόνος ο υιός!

Σ’ αγαπώ... και σαν σε βλέπω στα τσαΐρια τ’ ανθηρά
με τ’ αγόρια του χωριού σου να χορεύης ζωηρά,
τα ζηλεύω, και την τύχην την σκληράν μου θρηνωδώ
όπου δούλος σου να είμαι διά πάντα δεν μπορώ.
Μεταξύ μας έχ’ η μοίρα στήσει φοβερόν φραγμόν :
γενεάς αδυσωπήτους διερμηνέων και αυθεντών!

Επιμέλεια Γ. Π. Σαββίδης, Από τα Κρυμμένα Ποιήματα 1877;-1923, Ίκαρος 1993.
Κρυμμένα

Ο Iουλιανός εν τοις Mυστηρίοις

Επόμενο ποίημα